ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ - Για οποιοδήποτε παράπονο ή σχόλιο μπορείτε να επικοινωνήσετε με τους zoornalistas στο email: zoornalistasgr@googlemail.com

Τετάρτη 16 Ιουνίου 2021

Λίστες αξιολόγησης ΑΕΙ: της παραπλάνησης το ανάγνωσμα


Γράφει ο Γεωργάκης Ολύμπιος Β’

Μια συνηθισμένη φράση μεταξύ των κομπιουτεράδων είναι ‘rubbish in, rubbish out’. Με απλά λόγια, σημαίνει ότι ο υπολογισμός μπορεί να είναι σωστός, αλλά, αν τα δεδομένα ή και το μοντέλο τους..

ως αναπαράσταση της πραγματικότητας είναι λάθος, τότε το αποτέλεσμα του υπολογισμού θα είναι λάθος.

Εν προκειμένω, ο λόγος γίνεται για τις λίστες αξιολόγησης των πανεπιστημίων σε διεθνή κλίμακα. Υπάρχουν αρκετές τέτοιες, μια δε από τις πιο γνωστές που συχνά επικαλούνται τα ΜΜΕ είναι η QS (Quacquarelli & Symonds). Πρόκειται για μια Βρετανική εταιρεία που ιεραρχεί πανεπιστήμια, αλλά και επιμέρους ομοειδείς σχολές και τμήματα τους βάσει δεδομένων που συλλέγει και επεξεργάζεται. Η σχετική μεθοδολογία είναι εν μέρει δημοσιευμένη στο διαδίκτυο και χρησιμοποιεί 6 κριτήρια που θεωρητικά περιγράφουν πόσο καλό εκπαιδευτικά και ερευνητικά είναι το κάθε πανεπιστήμιο.

Πριν ρίξουμε μια ματιά στα κριτήρια και κρίνουμε την αντιπροσωπευτικότητα και την αξιοπιστία τους, καλό θα ήταν να σκεφτούμε γιατί δημιουργήθηκαν τέτοιες λίστες. Βασικός λόγος για την ιεράρχηση των πανεπιστημίων είναι το γεγονός ότι στον αγγλόφωνο χώρο ο ανταγωνισμός για προσέλκυση φοιτητών διατεθειμένων να πληρώσουν υψηλά δίδακτρα είναι μεγάλος. Τέτοιες λίστες λοιπόν εξυπηρετούν κυρίως την αγορά της εκπαίδευσης Βρετανίας και ΗΠΑ. Παράλληλα, εξυπηρετούν ένα ‘εκπαιδευτικό ιμπεριαλισμό’ που στοχεύει στην εμπέδωση πολιτισμικής και, μέσω αυτής, γεωπολιτικής και οικονομικής κυριαρχίας μέσω επίλεκτων ‘πρεσβευτών’ που έχουν εκπαιδευτεί στα κορυφαία πανεπιστήμια του. Πως είναι δυνατό λοιπόν να περιμένει κανείς τα πανεπιστήμια μικρών, γλωσσικά και πολιτισμικά ‘ανάδελφων’ χωρών όπως η Ελλάδα να αξιολογούνται με κριτήρια που είναι φτιαγμένα με αλλότρια κίνητρα ;

Το κύριο κριτήριο, με βαρύτητα 40% στο συνολικό ΄σκορ’ είναι η ακαδημαϊκή φήμη του Πανεπιστημίου, ένα προφανώς μη αντικειμενικό μέγεθος, δεδομένου ότι για τη μέτρηση του ζητείται από διαφόρους καθηγητές ΑΕΙ μέσω διαδικτύου να αναφέρουν ένα περιορισμένο αριθμό ονομάτων πανεπιστημίων / τμημάτων που εκτιμούν για την ποιότητα τους. Το τι εκτιμάει ο κάθε ‘κριτής’, πόσο επηρεάζεται από ΜΜΕ και διαφημίσεις, πόσο θέλει να προωθήσει πανεπιστήμια με τα οποία συνεργάζεται ή ακόμη-ακόμη έχει παντοία συμφέροντα κλπ είναι προφανώς ανοιχτό. Είναι κοινό μυστικό ότι γίνεται σοβαρό lobbying από τα τμήματα δημοσίων σχέσεων μεγάλων ή και ανερχόμενων πανεπιστημίων για την προώθηση της εικόνας τους μεταξύ των εν δυνάμει αξιολογητών.

Με παρόμοια ‘μη αντικειμενικό’ τρόπο αξιολογούν εργοδότες, που κυρίως είναι μεγάλες πολυεθνικές εταιρείες, τη φήμη πανεπιστημίων με βάση του απόφοιτους του που έχουν προσλάβει. Πόσοι απόφοιτοι ελληνικών πανεπιστημίων δουλεύουν για εταιρείες με το προφίλ που ζητάει η QS είναι ένα ερώτημα…Το υπόλοιπο 50% του σκορ προέρχεται από αντικειμενικά μετρήσιμους δείκτες. Είναι όμως αυτοί αντιπροσωπευτικοί για την ποιότητα του Πανεπιστημίου;

Ο πρώτος από αυτούς τους δείκτες είναι το πηλίκο καθηγητές προς φοιτητές. Έχει βαρύτητα 20% (!) και υποτίθεται ότι χαρακτηρίζει την ποιότητα της εκπαίδευσης. Αυτή όμως χαρακτηρίζεται κατά κύριο λόγο από πλήθος άλλων, πολύ πιο σημαντικών, δεικτών που αγνοεί η QS, κυρίως γιατί είναι πολύ δύσκολο να μετρηθούν, πχ. βάθος και εύρος του προγράμματος σπουδών, η δυσκολία του, η βαθμολογία αποφοίτησης αλλά και εισαγωγής των φοιτητών κλπ.

Ο δεύτερος αντικειμενικός δείκτης, με βαρύτητα 20%, είναι ο μέσος αριθμός αναφορών που λαμβάνει το ερευνητικό έργο του κάθε καθηγητή-ερευνητή από τους συναδέλφους του διεθνώς. Εδώ υπάρχει τεκμήριο αξιοπιστίας σε κάποιο βαθμό, όμως είναι επίσης ευρέως γνωστό ότι μεταξύ φιλόδοξων καθηγητών-ερευνητών υπάρχει η δυνατότητα δημιουργίας ‘δικτύων’ δημοσίων σχέσεων, των οποίων τα μέλη αλληλο-εξυπηρετούνται με αμοιβαίες αναφορές στο έργο τους. Επιπλέον, δημιουργούν έτσι ισχυρούς δεσμούς και με τους εκδοτικούς οίκους οι οποίοι πωλούν τις δημοσιεύσεις των καθηγητών-ερευνητών στα πανεπιστήμια ! (δες και άρθρο ‘Της (επιστημονικής) υποκρισίας το ανάγνωσμα’ στο zoornalistas.com 1/12/2018).

Τέλος, άλλο ένα 10% του συνολικού σκορ προέρχεται από το ποσοστό των καθηγητών του Πανεπιστημίου που είναι αλλοδαποί καθώς και από το ποσοστό των φοιτητών που είναι αλλοδαποί. Υποτίθεται ότι ένα τέτοιο Πανεπιστήμιο είναι ελκυστικό διεθνώς, με σημείο θεώρησης την ‘παγκοσμιοποίηση’. Υπάρχουν όμως γεωπολιτικοί και γλωσσικοί παράγοντες που δεν επιτρέπουν τέτοια ελκυστικότητα. Τρανό παράδειγμα η Ελλάδα.

Όλα τα παραπάνω, και άλλα πολλά που δεν υπάρχει ο χώρος να εκτεθούν εδώ, καθιστούν σαφές ότι δεν έχει νόημα ούτε να λιβανίζουμε ούτε να καταδικάζουμε το Ελληνικό Πανεπιστήμιο με βάση τέτοιους δείκτες και τέτοιες λίστες αξιολόγησης. Δυστυχώς όμως, τα ΜΜΕ περνάνε στο ευρύ κοινό αυτή τη νοοτροπία, και το κοινό τη δέχεται, γιατί ταιριάζει με την κουλτούρα της εύκολης, ποσοτικής και επιφανειακής αξιολόγησης των πάντων που τείνει να εγκαθιδρυθεί στη χώρα μας.