ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ - Για οποιοδήποτε παράπονο ή σχόλιο μπορείτε να επικοινωνήσετε με τους zoornalistas στο email: zoornalistasgr@googlemail.com

Δευτέρα 8 Σεπτεμβρίου 2025

Τι πρέπει και δεν πρέπει να κάνει ένας εκπρόσωπος Τύπου;


Με αφορμή τις επιθέσεις που δέχεται ο Χρήστος Αβραμίδης και άλλοι δημοσιογράφοι από τον κυβερνητικό εκπρόσωπο, ο καθηγητής Γιώργος Πλειός αναλύει στο fb τι πρέπει και δεν πρέπει να κάνει ένας εκπρόσωπος Τύπου.
Γράφει ο Γιώργος Πλειός στο facebook:
«Πριν λίγο καιρό δέχθηκα ερώτημα που μου έθεσε ο Χρήστος Αβραμίδης σχετικά με τους κανόνες που διέπουν τη συμπεριφορά Τύπου των κυβερνητικών εκπροσώπων διεθνώς, για την ακρίβεια στη Δύση. Δέχθηκα να απαντήσω, όπερ και έπραξα επισυνάπτοντας μια ελάχιστη, ακαδημαϊκή βεβαίως, βιβλιογραφία. Προχθές έπεσε στην αντίληψή μου ότι ο Χρήστος Αβραμίδης δημοσίευσε στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης αυτή τη συνάντησή μας και τη βιβλιογραφία που του έδωσα. 
Αυτό με παρακίνησε να παρακολουθήσω πιο συστηματικά τα αποσπάσματα από τις συνεντεύξεις Τύπου του Έλληνα κυβερνητικού εκπροσώπου στις οποίες ο Αβραμίδης μετέχει, του θέτει ερωτήσεις, και τις οποίες ακολούθως τις αναρτά. Το κείμενο που ακολουθεί είναι προϊόν αυτής της ενασχόλησης και δεν θα δυσκολευτεί ο αναγνώστης που έχει πολιτικό ενδιαφέρον και λογαριασμούς σε μέσα κοινωνικής δικτύωσης να καταλάβει σε ποιόν, ποιους και σε τι αναφέρομαι.

Η καθημερινή ή περιοδική ενημέρωση των εκπροσώπων των Μέσων από την πλευρά κυβερνήσεων, υπουργείων, δημοσίων υπηρεσιών (π.χ. αστυνομίας, λιμενικού σώματος, πυροσβεστικής κ.λπ.) και οργανισμών εγγράφεται στην περιοχή της στρατηγικής επικοινωνίας των αυτών των οργανισμών ή κατ’ άλλους στις πρακτικές δημοσίων σχέσεων που αυτοί αναπτύσσουν με τα ΜΜΕ. 
Σε κάθε περίπτωση είναι μια βασική δημοκρατική αρχή απολογισμού του έργου που έχουν αναλάβει να κάνουν και κάνουν, για το οποίο έχουν εκλεγεί ή επιλεγεί. Την ενημέρωση αυτή την κάνουν είτε εντεταλμένα προς τούτο πρόσωπα (π.χ. κυβερνητικός εκπρόσωπος ή εκπρόσωπος Τύπου του οργανισμού) ή ίδιοι οι οργανωτικοί επικεφαλής αυτών φορέων (π.χ. πρόεδρος/πρωθυπουργός, υπουργός, αρχηγός αστυνομίας, πυροσβεστικής, λιμενικού κοκ). Πέρα από οποιεσδήποτε άλλες διαφορές αυτή η ενημερωτική δραστηριότητα (πρέπει να) έχει ορισμένα κοινά γνωρίσματα όπου και αν ασκείται, από όποιον και αν ασκείται.

Αυτή η μορφή επικοινωνιακής διαχείρισης των υποθέσεων που διαχειρίζονται κυβερνήσεις, υπουργεία, υπηρεσίες κ.λπ. αποσκοπεί να πείσει μέσω των ΜΜΕ πολίτες, κόμματα, κοινωνικά κινήματα, δημόσιους και ιδιωτικούς οργανισμούς, επιχειρήσεις κοκ εντός και εκτός της χώρας για την εγκυρότητα, την ορθότητα και την αποτελεσματικότητα των αποφάσεων και των ενεργειών τους. Ανάλογα φυσικά με το ποιους αφορούν κάθε φορά οι αποφάσεις ως εμπλεκόμενων, ωφελούμενων, βλαπτόμενων κλπ. 
Γιατί γίνεται αυτό; Κατά βάση για να αποτραπούν μεμονωμένες ή συντονισμένες αντιδράσεις (πολιτικές, οικονομικές, κινηματικές, νομικές κ.ά.), στο εσωτερικό ή στο εξωτερικό, που στοχεύουν να υπονομεύσουν τη εφαρμογή ή την πρόθεση εφαρμογής αυτών των αποφάσεων ή για να μεγιστοποιήσουν το αποτέλεσμα της εφαρμογής τους. Ο στόχος δεν είναι να εμφανίζεται ο λ.χ. κυβερνητικός εκπρόσωπος ή ο εκπρόσωπος Τύπου ενός υπουργείου ή μιας υπηρεσίας (λ.χ. αστυνομίας) ως ο σκληρός του press room ή ο αμύντορας εκείνων που παίρνουν αυτές τις αποφάσεις αλλά να πείθει για αυτές τις ίδιες τις αποφάσεις. Προκειμένου να πείθει χρειάζονται μερικά πράγματα.

Πρώτον να εμφανίζεται λ.χ. ο κυβερνητικός εκπρόσωπος (ή αντιστοίχως του υπουργείου κ.λπ.) ως όλης της κυβέρνησης ή για να το θέσουμε αλλιώς, ως εκπρόσωπος της κυβέρνησης όλων των πολιτών και όχι μόνο εκείνων που ψήφισαν στις εκλογές υπέρ του κόμματος που τελικά σχημάτισε κυβέρνηση. Έτσι περισσότερο δεν μπορεί εμφανίζεται ο κυβερνητικός εκπρόσωπος ή ο εκπρόσωπος Τύπου ενός υπουργείου (κ.λπ.) ως εκπρόσωπος μιας μόνο μερίδας του κυβερνητικού κόμματος, ειδικά της «σκληρής», ιδίως όταν εμφορείται από εμφυλιοπολεμική κουλτούρα.
 Σε ακόμα δε μεγαλύτερο βαθμό δεν επιτρέπεται να εμφανίζεται στην εποχή της κατ’ εξοχήν διαδικτυακής πολιτικής επικοινωνίας με τα χαρακτηριστικά που διαθέτει ένας στρατός διαδικτυακών τρολ που δίνουν στο μια «μάχη» χωρίς κανόνες, ειδικά στις προεκλογικές περιόδους ή κατά την περίοδο κρίσιμων αποφάσεων σε πολωμένο πολιτικό περιβάλλον. Σε αντίθετη περίπτωση είναι βέβαιη η αποτυχία του στην αποστολή που έχει αναλάβει με ό,τι αυτό σημαίνει σε πολιτικές, διπλωματικές, εκλογικές ή άλλες απώλειες.

Δεύτερον θα πρέπει να απαντάει στις ερωτήσεις. Εννοείται η απάντηση «δεν γνωρίζω» είναι αποδεκτή. Όχι όμως όταν γίνεται συστηματικά, γεγονός που πασιφανώς σημαίνει υπεκφυγή. Στο γλωσσάρι των συμβολισμών αυτό σημαίνει άφατη παραδοχή ήττας, γεγονός που πρώτα προϋποθέτει να αντιμετωπίζει τη συνέντευξη Τύπου ως αντιπαράθεση και το press room ως ιδιότυπο ρινγκ. Και σε αυτή την περίπτωση η ήττα είναι σχεδόν βέβαιη, αν και πιο αργή. Σε κάθε περίπτωση αν μιλάμε κι εδώ για ήττα είναι γιατί την περίπτωση που ίδιος ο εκπρόσωπος τη βλέπει και την αντιμετωπίζει ως τέτοια.

Τρίτον, με βάση τους θεσμικούς ρόλους που έχουν δημοσιογράφοι και εκπρόσωπος Τύπου, η αποστολή των πρώτων είναι να ρωτάνε (θεωρητικά τις ρωτήσεις που έχει το κοινό των Μέσων) και του εκπροσώπου Τύπου να απαντάει. 
Δεν είναι δουλειά του δημοσιογράφου να κάνει πολιτικές εξαγγελίες ούτε του εκπροσώπου Τύπου (κυβέρνησης, υπουργείου κ.λπ.) να κάνει κριτική των ερωτήσεων που δέχεται από τον δημοσιογράφο, ούτε, πολύ περισσότερο, να κρίνει την της προσωπικότητα, τη βιογραφία ή το επαγγελματικό στυλ του δημοσιογράφου. Αυτό θα το κάνουν οι προϊστάμενοί του, οι συνάδελφοί του και το κοινό. 
Ο δημοσιογράφος μπορεί να ρωτήσει ότι θέλει π.χ. «είχατε εσείς ή άλλα πρόσωπα καταναλώσει αλκοόλ ή ναρκωτικές ουσίες κατά τη λήψη της Χ απόφασης;» ή «σας επιβάλει η σύζυγός σας τον τρόπου που διατυπώσατε σήμερα την απάντησή σας;» ή οτιδήποτε άλλο. Ο δημοσιογράφος μπορεί να ρωτήσει ό,τι θέλει. Είναι στο χέρι του εκπροσώπου Τύπου να απαντήσει ή όχι, και τι απάντηση θα δώσει. Σε ορισμένες χώρες τα όρια στο «παιχνίδι» των ερωταποκρίσεων μεταξύ δημοσιογράφων και εκπροσώπων Τύπου ή των ίδιων των πολιτικών προσώπων που δίνουν συνέντευξη είναι αρκετά ελαστικά.

Τέταρτο, είναι αδιανόητο ο εκπρόσωπος Τύπου να κρίνει τις ρωτήσεις του δημοσιογράφου (έτσι κι αλλιώς είπαμε δεν πρέπει) αντιμετωπίζοντάς τον ως πολιτικό, λόγω των απόψεών του ή λόγω του Μέσου στο οποίο εργάζεται, ή αντιμετωπίζοντάς τον με άλλη ιδιότητα, π.χ. βάσει θρησκεύματός του, βάσει των πολιτικών του πεποιθήσεων, βάσει της ποδοσφαιρικής ομάδας που υποστηρίζει, κ.λπ., ιδιαίτερα αν αυτή την ιδιότητα την είχε στο παρελθόν ή ίσως την έχει ακόμα, όπως π.χ. συμβαίνει με εκείνους που εργάζονται σε κομματικά Μέσα. Στο press room ο δημοσιογράφος είναι και πρέπει να είναι δημοσιογράφος και ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, εκπρόσωπος Τύπου της κυβέρνησης, όχι του κόμματος. Ενδεχομένως θυμόμαστε ότι τον Δεκέμβριο 2016, ο Τραμπ, σε συνέντευξη Τύπου εν όψει της αναλήψεως των προεδρικών του καθηκόντων στα αρχές του 2017, αρνήθηκε να δώσει τη δυνατότητα να του θέσει ερώτηση ο δημοσιογράφος του CNN λέγοντας ότι το CNN είναι μέσο παραποιημένων ειδήσεων (fake news), αν και στην πραγματικότητα το έκανε διότι το CNN υποστήριζε το Δημοκρατικό Κόμμα. Ο Τραμπ συμπεριφέρθηκε όχι ως πρόεδρος αλλά ως κομματάρχης, ως Γκρούεζας. Αυτό ακριβώς είναι η καρδιά του τραμπισμού, χωρίς να σημαίνει ότι οι παραβάσεις στα υπόλοιπα πιο πάνω σημεία είναι αμελητέες. Αντιθέτως είναι πολύ σοβαρές.

Στο βαθμό που ο εκπρόσωπος Τύπου της κυβέρνησης, του υπουργείου, της αστυνομίας ή άλλου φορέα δημόσιας εξουσίας παραβιάζει αυτές τις αρχές, τότε συμβάλει τα μέγιστα στον εκτροχιασμό του θεσμικού πλαισίου της συνέντευξης και του ρόλου με βάση τον οποίο απαντά στον δημοσιογράφο. Σ’ αυτήν την περίπτωση ο εκπρόσωπος Τύπου της κυβέρνησης ή άλλου φορέα δημόσιας εξουσίας παύει να είναι εκπρόσωπος της κυβέρνησης όλων των πολιτών ή της υπηρεσίας όλων των πολιτών (με τους φόρους των οποίων λειτουργεί) και γίνεται εκπρόσωπος μιας ορισμένης ομάδας μέσα σ’ αυτόν τον φορέα που κάνει κατάχρηση των τυπικών κανόνων που διέπουν το φορέα, και κυρίως δίνει «πάσα» ώστε να κριθεί και να αντιμετωπιστεί ο εκπρόσωπος Τύπου με τον ίδιο τρόπο που ο ίδιος χρησιμοποίησε. Αν κάποιος από τους δυο πρέπει να φοβάται περισσότερο αυτή την εξέλιξη είναι ο εκπρόσωπος Τύπου της κυβέρνησης και του δημόσιου φορέα διότι αυτός έχει να χάσει: τη θέση του ή ο φορέας που εκπροσωπεί να χάσει την εξουσία του, ή αυτή να υποστεί πολιτικές, διπλωματικές κ.ά. απώλειες με συνέπειες για όλους τους πολίτες. Γενικότερα, παρόμοια πρακτικής υπονομεύει τους κανόνες της δημοκρατίας, την ίδια τη δημοκρατία. Ο τραμπισμός δεν φύεται μόνο στην Αμερική, είναι ιδεολογία, νοοτροπία και πρακτική. Όμως ποιος είπε ότι οι τραμπιστές νοιάζονται για τη δημοκρατία;

Με βάση αυτά τα σημεία που εκτέθηκαν και φυσικά εφόσον τα θεωρούμε ορθά μπορούμε να βαθμολογήσουμε τώρα τον κυβερνητικό εκπρόσωπο του σήμερα ή χθες, τους εκπροσώπους Τύπου υπουργείων, δημοσίων υπηρεσιών όπως η αστυνομία, ο στρατός ή η πυροσβεστική κ.λπ. από το μηδέν μέχρι το δέκα. Άλλωστε ζούμε στην εποχή της γενικευμένης αξιολόγησης. Έτσι δεν λένε;».