Γράφει ο zooρλός
Το καλοκαίρι του 1979, διακόσιοι Γερμανοί, άντρες και γυναίκες, έφθασαν στη χερσόνησο του Σαρακίνικου, στην νοτιοανατολική Ιθάκη. Εκεί στήθηκε ένας οικολογικού τύπου οικισμός με άξονα τις κοινοτικές, συλλογικές κοινωνικές δομές και τις μικροοικονομικές διαδικασίες που έδινε έμφαση στις βιοκαλλιέργειες, την κτηνοτροφία, την χειροτεχνία και τις εναλλακτικές πηγές ενέργειας και τεχνολογίας.
Η κοινότητα του Σαρακίνικου λειτούργησε υποδειγματικά τα πρώτα χρόνια. Σύντομα όμως, η ανυπαρξία ενός κοινού στόχου συμβίωσης, οι οικονομικές δυσκολίες και οι αυξανόμενες πιέσεις που δέχθηκε το κοινόβιο λόγω της τουριστικής ανάπτυξης του νησιού, οδήγησαν το εγχείρημα σε φθίνουσα πορεία.
Η κοινότητα άρχισε να παρακμάζει και να χάνει τον κοινοβιακό της χαρακτήρα με αποκορύφωμα, το 1986, όταν ένα μεγάλο ποσοστό των κατοίκων αποφάσισε να εγκαταλείψει το εγχείρημα.
Τότε ήταν που βρέθηκα εκεί με τον φίλο τον Θοδωρή. 20 χρονών εγώ, 19 ο Θοδωρής. Πήγαμε Ιούνιο καλεσμένοι της Ζίγκι και του συντρόφου της του Σταύρου και μείναμε τρεις μήνες.
Η περιοχή ήταν τότε κλειστή για τον κόσμο. Για να μείνεις εκεί οι κανόνες ηταν απλοί: κανένας δεν ενοχλεί τον άλλο και όλοι σέβονται τον χώρο. Ο κανόνας για να σε δεχτούν ήταν αφού μείνεις ένα χρονικό διάστημα και δείξεις... καλή διαγωγή, γίνεται συμβούλιο των μελών κι αποφασίζουν αν θα γίνεις δικός τους ή όχι. Και μετά σε αποδέχονται σιωπηρά να κάτσεις μαζί τους στη φωτιά που ανάβουν κάθε βράδυ στη παραλία.
Είχαμε πάρει το καράβι από την Πάτρα, αφού είχαμε κοιμηθεί στα παγκάκια του λιμανιού. Το πλοίο μας αφησε στο Βαθύ όπου προμηθεύτηκα μια απλή αρματωσιά για καλάμι ψαρέματος. Φορτωμένοι με δυο σλίπινγκ μπαγκ κινήσαμε για το Σαρακήνικο με τα πόδια. Δεν υπήρχε δρόμος και φτάσαμε ποδαράτο το βραδάκι.
Ξαφνικά βρεθήκαμε ανάμεσα σε κιθάρες, σαξοφωνα και τρελές μουσικές. Καθίσαμε σε ένα αυτοσχέδιο τραπέζι όπου έρρεε άφθονο οινόπνευμα.
Μαγεία!.. Μοναδική εμπειρία.
Αφου κοιμηθήκαμε εκεί, την επομένη κινήσαμε ξανά με τα πόδια για την παραλία του Φιλιατρού και το «ιγκλού» της Ζίγκι στο λοφάκι.
Σε μια έκταση περίπου 480 στρεμμάτων, ανάμεσα σε δύο παραλίες, το Σαρακήνικο και το Φιλιατρό, μέσα σε μια αλλεπάλληλη εναλλαγή του τοπίου, ξεφύτρωναν ανάμεσα στα πουρνάρια μικρά σπιτάκια από ηρακλίτ και πλάκες τσιμέντου, ξύλο και φενιζόλ, αλλά και παλαιότερα ντομ («ιγκλου», θόλοι), που αποτελούνται από μεταλλικό σκελετό, θολωτή στέγη με άσπρο καραβόπανο από πάνω και πολυεστέρα.
Σε ένα τέτοιο έμενε η Ζίγκι με τον Σταύρο.
Εγώ κι ο Θοδωρής ψαρεύαμε τότε εντελώς ερασιτεχνικά. Εγώ με την «αρματωσιά» με δυο αγκίστρια και ένα φελό δεμένα σε ένα πουρναρόξυλο κι ο Θοδωρής με μια μάσκα σπασμένη, βγάζαμε ψάρια, πολλά ψάρια και χταπόδια. Η θάλασσα στο Σαρακίνικο και το Φιλιατρό ήταν γεμάτη. Ολα αυτά τα μαγειρεύαμε και τα μοιραζόμασταν με τους Γερμανούς που έφερνα και αυτοί το κάτιτις τους.
Στην παραλία στο Φιλιατρό γνωρίσαμε τον Χάρη τον Εξαρχειώτη που είχε παντρευτεί Γερμανίδα και είχαν δύο παιδιά μαζί και αυτή ήταν έγκυος στο τρίτο. Σε αυτόν δίναμε τα περισσότερα ψάρια, είχε και μικρά παιδιά. Χταπόδια δίναμε και στον Φρανς που γυμνός, όπως ολοι άλλωστε, με το άσπρο του άλογο όταν δεν δροσιζόταν στη θάλασσα, κουβαλούσε νερό από μια αυτοσχέδια δεξαμενή.
Εκεί γίναμε φίλοι και με τον δύστροπο Βέλγο που είχε στήσει ένα καλυβάκι στη ρίζα μιας ελιάς στην άκρη της παραλίας και μαγείρευε μόνο αυγά και ρύζι με φύλλα ελιάς και γαιδουράγκαθα.
Με τον Θοδωρή χάσαμε από 10 κιλά ο ένας αλλά η εμπειρία στο γερμανικό κοινόβιο ήταν μοναδική. Αυτά δεν πρόκειται να τα ξαναβρείς... Τώρα η παραλία στο Φιλιατρό έχει γεμίσει ταβέρνες και ξαπλώστρες...
Η κοινότητα του Σαρακίνικου λειτούργησε υποδειγματικά τα πρώτα χρόνια. Σύντομα όμως, η ανυπαρξία ενός κοινού στόχου συμβίωσης, οι οικονομικές δυσκολίες και οι αυξανόμενες πιέσεις που δέχθηκε το κοινόβιο λόγω της τουριστικής ανάπτυξης του νησιού, οδήγησαν το εγχείρημα σε φθίνουσα πορεία.
Η κοινότητα άρχισε να παρακμάζει και να χάνει τον κοινοβιακό της χαρακτήρα με αποκορύφωμα, το 1986, όταν ένα μεγάλο ποσοστό των κατοίκων αποφάσισε να εγκαταλείψει το εγχείρημα.
Τότε ήταν που βρέθηκα εκεί με τον φίλο τον Θοδωρή. 20 χρονών εγώ, 19 ο Θοδωρής. Πήγαμε Ιούνιο καλεσμένοι της Ζίγκι και του συντρόφου της του Σταύρου και μείναμε τρεις μήνες.
Η περιοχή ήταν τότε κλειστή για τον κόσμο. Για να μείνεις εκεί οι κανόνες ηταν απλοί: κανένας δεν ενοχλεί τον άλλο και όλοι σέβονται τον χώρο. Ο κανόνας για να σε δεχτούν ήταν αφού μείνεις ένα χρονικό διάστημα και δείξεις... καλή διαγωγή, γίνεται συμβούλιο των μελών κι αποφασίζουν αν θα γίνεις δικός τους ή όχι. Και μετά σε αποδέχονται σιωπηρά να κάτσεις μαζί τους στη φωτιά που ανάβουν κάθε βράδυ στη παραλία.
Είχαμε πάρει το καράβι από την Πάτρα, αφού είχαμε κοιμηθεί στα παγκάκια του λιμανιού. Το πλοίο μας αφησε στο Βαθύ όπου προμηθεύτηκα μια απλή αρματωσιά για καλάμι ψαρέματος. Φορτωμένοι με δυο σλίπινγκ μπαγκ κινήσαμε για το Σαρακήνικο με τα πόδια. Δεν υπήρχε δρόμος και φτάσαμε ποδαράτο το βραδάκι.
Ξαφνικά βρεθήκαμε ανάμεσα σε κιθάρες, σαξοφωνα και τρελές μουσικές. Καθίσαμε σε ένα αυτοσχέδιο τραπέζι όπου έρρεε άφθονο οινόπνευμα.
Μαγεία!.. Μοναδική εμπειρία.
Αφου κοιμηθήκαμε εκεί, την επομένη κινήσαμε ξανά με τα πόδια για την παραλία του Φιλιατρού και το «ιγκλού» της Ζίγκι στο λοφάκι.
Σε μια έκταση περίπου 480 στρεμμάτων, ανάμεσα σε δύο παραλίες, το Σαρακήνικο και το Φιλιατρό, μέσα σε μια αλλεπάλληλη εναλλαγή του τοπίου, ξεφύτρωναν ανάμεσα στα πουρνάρια μικρά σπιτάκια από ηρακλίτ και πλάκες τσιμέντου, ξύλο και φενιζόλ, αλλά και παλαιότερα ντομ («ιγκλου», θόλοι), που αποτελούνται από μεταλλικό σκελετό, θολωτή στέγη με άσπρο καραβόπανο από πάνω και πολυεστέρα.
Σε ένα τέτοιο έμενε η Ζίγκι με τον Σταύρο.
Εγώ κι ο Θοδωρής ψαρεύαμε τότε εντελώς ερασιτεχνικά. Εγώ με την «αρματωσιά» με δυο αγκίστρια και ένα φελό δεμένα σε ένα πουρναρόξυλο κι ο Θοδωρής με μια μάσκα σπασμένη, βγάζαμε ψάρια, πολλά ψάρια και χταπόδια. Η θάλασσα στο Σαρακίνικο και το Φιλιατρό ήταν γεμάτη. Ολα αυτά τα μαγειρεύαμε και τα μοιραζόμασταν με τους Γερμανούς που έφερνα και αυτοί το κάτιτις τους.
Στην παραλία στο Φιλιατρό γνωρίσαμε τον Χάρη τον Εξαρχειώτη που είχε παντρευτεί Γερμανίδα και είχαν δύο παιδιά μαζί και αυτή ήταν έγκυος στο τρίτο. Σε αυτόν δίναμε τα περισσότερα ψάρια, είχε και μικρά παιδιά. Χταπόδια δίναμε και στον Φρανς που γυμνός, όπως ολοι άλλωστε, με το άσπρο του άλογο όταν δεν δροσιζόταν στη θάλασσα, κουβαλούσε νερό από μια αυτοσχέδια δεξαμενή.
Εκεί γίναμε φίλοι και με τον δύστροπο Βέλγο που είχε στήσει ένα καλυβάκι στη ρίζα μιας ελιάς στην άκρη της παραλίας και μαγείρευε μόνο αυγά και ρύζι με φύλλα ελιάς και γαιδουράγκαθα.
Με τον Θοδωρή χάσαμε από 10 κιλά ο ένας αλλά η εμπειρία στο γερμανικό κοινόβιο ήταν μοναδική. Αυτά δεν πρόκειται να τα ξαναβρείς... Τώρα η παραλία στο Φιλιατρό έχει γεμίσει ταβέρνες και ξαπλώστρες...