ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ - Για οποιοδήποτε παράπονο ή σχόλιο μπορείτε να επικοινωνήσετε με τους zoornalistas στο email: zoornalistasgr@googlemail.com

Σάββατο 31 Μαΐου 2025

Η αποτυχία στις εξετάσεις τον έκανε δημοσιογράφο με εξαιρετική καριέρα


Τα παιδιά, οι απόφοιτοι των Λυκείων, ονειρεύονται και βασανίζονται κάθε χρόνο τέτοια εποχή: στο τέλος της άνοιξης, στην αρχή του καλοκαιριού. Το όνειρο είναι δικό τους ή της οικογένειας. Να πετύχουν, να γίνουν επιστήμονες, να διακριθούν μέσα από τις Πανελλαδικές, να δικαιώσουν τον εαυτό τους και τους γονείς που αγωνιούν πλάι τους. Και ρίχνονται στις εξετάσεις γεμάτοι άγχος από το βάρος μιας πιθανής αποτυχίας που τη νιώθουν –τουλάχιστον κάποιοι από αυτούς– σαν στίγμα. Αλλά η αποτυχία δεν φέρνει τη δυστυχία και την καταστροφή. Δεν κλείνει τους δρόμους για μια λαμπρή ή, έστω σταθερή, επαγγελματική καριέρα.
«Στα 18 μου γνώρισα την αποτυχία» έχει γράψει (πολύ παλιότερα) για τις Πανελλαδικές ο Στέλιος Σοφιανός, ένας από τους πιο επιτυχημένους δημοσιογράφους της γενιάς του. Τράκαρε πάνω στη χημεία «στο "στανταράκι 20" για κάθε υποψήφιο», όπως ανέφερε, και δεν επέμεινε γιατί ήδη είχε πάρει άλλον δρόμο. Όχι τον... κακό, αλλά τον καλό, αυτόν που τον έκανε να διακριθεί στη δημοσιογραφία και να γίνει στέλεχος, με διευθυντικές θέσεις και ιδιαίτερα υψηλές ευθύνες, σε μεγάλα εκδοτικά συγκροτήματα, μεταξύ των οποίων στον ΔΟΛ των καλών εποχών και των μεγάλων κυκλοφοριακών επιδόσεων.
Πριν από 18 χρόνια ο Στέλιος έγραψε στο εντιτόριαλ του ΒΗΜΑΜΕΝ για την εμπειρία του από εκείνη την αποτυχία, την οποία σήμερα μακαρίζει γιατί τον έμαθε ότι «κάθε φιάσκο μπορεί να γίνει αρχή και αφορμή για κάτι καλό». Ακολουθεί εκείνο το άρθρο (τίτλος του «Μάθημα αποτυχίας») που μπορεί να αποφορτίσει κάπως τα παιδιά που από την Παρασκευή παλεύουν στην αρένα των εξετάσεων για στρώσουν το δρόμο προς ένα αβέβαιο μέλλον:

Μάθημα αποτυχίας

Στα 18 μου γνώρισα την αποτυχία. Στις Πανελλαδικές. Ένα «5» στη Χημεία ήταν κόλαφος για μέτριο υποψήφιο της πρώτης δέσμης, πόσω μάλλον για αριστούχο απόφοιτο πρότυπου σχολής. Ήταν όμως λογικό. Ποτέ δεν μου άρεσε η Χημεία, το «στανταράκι 20» των εξετάσεων για κάθε υποψήφιο που φιλοδοξούσε να περάσει σε μία από τις «τρέντι» σχολές της εποχής. Αρκεί να διάβαζες. Δεν το έκανα και μάλλον ήμουν ο μόνος με μέσο όρο 17 στα υπόλοιπα μαθήματα και 18,5 απολυτήριο που έμεινα απέξω λόγω… χημείας. Αυτής που δεν είχα, τελικά, με την πρώτη δέσμη.

Γιατί πήγα; Διότι, έχοντας τους ίδιους καλούς βαθμούς στα Μαθηματικά με τα Αρχαία, διάλεξα ό,τι και οι… φίλοι μου. Τη μόδα της εποχής. Έκανα λάθος. Θα έκανα σωστά αν πήγαινα, π.χ., για Φιλοσοφική ή Νομική; Δεν ξέρω. Έχασα; Δεν νομίζω… Ένιωσα όμως τι σημαίνει αποτυχία. Ήταν και η πρώτη μεγάλη, αλλά βέβαια όχι η μοναδική στη μετέπειτα ζωή μου.

Σήμερα λέω «ουφ», «ευτυχώς αποτύχαμε» και άλλα τέτοια. Τότε, απέναντι στο παράπονο των γονιών (που με είχαν για μεγάλο επιστήμονα…), αλλά και το σοκ των κολλητών μου (που όλοι πέτυχαν στις σχολές που ήθελαν), ήμουν έτοιμος να μεταναστεύσω στην Αυστραλία. Αλήθεια...

Ήταν όμως καλοκαίρι, κάπου χαθήκαμε, κάπου «ένα μάθημα είναι, θα το δώσεις του χρόνου και θα περάσεις αέρα», υπήρχε βεβαίως (για να με κρατήσει στα συγκαλά μου) και το μπασκετάκι, που, αντίθετα με τους περισσότερους «αριστούχους», δεν το έκοψα στη Γ' Λυκείου. Το έκανα δύο χρόνια μετά, υπό την πίεση της δουλειάς και τις φιλοδοξίες που μου γεννούσε η ήδη διετής παρουσία μου στον (αθλητικό τότε) Τύπο. Διότι χάρη στην προτροπή ενός φίλου-προπονητή στη συνοικιακή ομάδα και ήδη επαγγελματία δημοσιογράφου, στον «κενό» χρόνο ανάμεσα στις δύο εξετάσεις βρέθηκα «πειραματικά» (για εκείνους, αλλά εγώ νόμιζα για μένα...) στον «Φίλαθλο».

«Τι θες να γίνεις;» με ρώτησε πρώτη μέρα ο Καραγιαννίδης. «Δεν ξέρω» απάντησα ειλικρινά. «Δεν πειράζει. Είσαι μόνο 18. Αλλά στα 19 σου πρέπει να ξέρεις. Αλλιώς θα είσαι μαλάκας». Την επόμενη ήξερα. Αυτό που γνώριζα πάντα.

Διότι, δεν σας το είπα αυτό, από τα πέντε μου διάβαζα εφημερίδες. Μάλιστα. Έτσι έμαθα ανάγνωση. Από εφημερίδες και περιοδικά. Με αυτές μεγάλωσα και στο Γυμνάσιο βγάλαμε και δική μας μαθητική εφημερίδα.

Παραδόξως, ποτέ δεν σκέφτηκα να γίνω δημοσιογράφος. Ούτε άλλος, πλην του φίλου μου, το σκέφτηκε για μένα. Δεν ήταν «της μόδας» –καθόλου μάλιστα– ακόμη. Έγινε λίγα χρόνια αργότερα, αλλά ήμουν ήδη «παλιός».

Από τότε, λοιπόν, μακαρίζω την αποτυχία μου. Και μάλλον από τότε έμαθα ότι αυτό που κάνουν οι πολλοί δεν είναι απαραίτητα κατάλληλο για σένα. Και ότι κάθε φιάσκο μπορεί να γίνει αρχή και αφορμή για κάτι καλό. Αρκεί να ξέρεις γιατί απέτυχες. Να αποδεχθείς ότι έφταιξες εσύ και κανείς άλλος δεν σε παρέσυρε, έστω και αν είσαι ακόμη «άγουρος». Τότε άλλωστε την πατάς πιο εύκολα. Και πιο συχνά. Λογικό. Δεν ήξερες, δεν ρώταγες κιόλας…

Αλλά όπως θα έλεγε και ο πρώτος από τους μεγάλους δασκάλους που είχα (και έχω) στη δουλειά:
«Αν δεν ξέρεις ούτε αύριο, θα είσαι μαλάκας».

- από το Harddog