Η κυρία Σακελλαροπούλου, που υπηρέτησε επί 40 χρόνια το δικαστικό σώμα πριν γίνει η πρώτη γυναίκα Πρόεδρος της Δημοκρατίας στην Ελλάδα, απάντησε ως εξής:
«Είναι πολύ μεγάλη, βαριά κουβέντα, να πω ότι είμαι περήφανη. Εγώ δεν έχω να κρίνω και κανέναν. Υπήρξα σχεδόν 40 χρόνια δικαστής. Ξέρω ότι πολλοί συνάδελφοί μου προσπαθούν να κάνουν το σωστό. Βεβαίως θα υπάρξουν αστοχίες και λάθη. Ανθρωποι είναι και οι δικαστές. Αυτό που μέσα μου βαθιά εύχομαι και ελπίζω είναι ακριβώς ότι είναι ανεξάρτητοι και δεν επηρεάζονται από κανέναν στην κρίση τους. Αυτό εύχομαι πάντα».
Προσεκτική στις διατυπώσεις της. Λογικό. Ηταν σαράντα χρόνια στο δικαστικό σώμα και σε επιτελικές θέσεις για μεγάλο διάστημα. Εχουν δει τα μάτια της πολλά με πρωταγωνιστές συναδέλφους της όλων των βαθμίδων για τα οποία μπορεί να μην είναι υπερήφανη. Δεν θέλει όμως να τσουβαλιάσει τους λειτουργούς της Δικαιοσύνης.
Η θεωρία της συλλογικής ευθύνης είναι δημοφιλής, είναι βολική, δημιουργεί εντυπώσεις, κατασκευάζει ενόχους και υπόπτους, αλλά είναι άδικη. Δεν είναι όλοι οι δικαστές και εισαγγελείς το ίδιο, όπως δεν είναι το ίδιο όλοι οι πολιτικοί, όλοι οι δημοσιογράφοι, όλοι οι γιατροί και πάει λέγοντας. Η κ. Σακελλαροπούλου ακούει όμως τις καταγγελίες πολιτών, μαθαίνει από τις προσβάσεις που έχει στον χώρο τι συμβαίνει σε ορισμένες σοβαρές υποθέσεις, ενοχλείται προφανώς από την καθυστέρηση στην απονομή δικαιοσύνης, διαβάζει τις μετρήσεις της κοινής γνώμης, σοκάρεται ενδεχομένως από τα ευρήματα και δεν γινόταν να πει πράγματα που έρχονται σε αντίθεση με αυτά που πιστεύει ο κόσμος. Θα ήταν ευάλωτη στην κατηγορία για συντεχνιασμό.
Χρησιμοποιεί τις λέξεις «εύχομαι» και «ελπίζω». Δεν είναι σίγουρη. Δεν μπορεί να είναι σίγουρη ότι όλοι οι δικαστές είναι ανεξάρτητοι και δεν επηρεάζονται από κανέναν. Γνωρίζει ότι οι κυβερνήσεις προσπαθούν να χειραγωγήσουν την ηγεσία της Δικαιοσύνης και να τη ρυμουλκήσουν σε αποφάσεις που τις ευνοούν και βλάπτουν τους πολιτικούς αντιπάλους τους. Μπορεί να υπήρξε και η ίδια «θύμα» τέτοιων πρακτικών. Γνωρίζει πως οι βαρύγδουπες εξαγγελίες πρωθυπουργών και αρμόδιων υπουργών ότι η Δικαιοσύνη είναι ανεξάρτητη, ότι η εκτελεστική εξουσία σέβεται την αυτονομία της Δικαιοσύνης, είναι προσχηματικές και ουδείς σ’ αυτήν τη χώρα τις παίρνει στα σοβαρά.
Οπως μου είπε μαχόμενος δικηγόρος που έχει χρόνια στο κουρμπέτι, «τη Δικαιοσύνη την εμπιστεύονται μόνο εκείνοι που δεν έχει χρειαστεί να έρθουν σε επαφή μαζί της». Ισοπεδωτικό κι αυτό. Ωστόσο τείνει να εδραιωθεί ως αντίληψη. Κι αυτό πρέπει να ανησυχήσει και τους δικαστές και το πολιτικό σύστημα. Οπως προκύπτει από την έρευνα της Public Issue, οι πολίτες δεν εμπιστεύονται ούτε τη Δικαιοσύνη, ούτε τα κόμματα, ούτε τη Βουλή, ούτε την Αστυνομία. Θα πει κάποιος ότι είναι φωτογραφία της στιγμής λόγω των πολλών γεγονότων που απασχολούν τη δημόσια συζήτηση στην παρούσα φάση και έχουν σχέση με τους συγκεκριμένους θεσμούς και κυρίως με τον τρόπο που συμπεριφέρθηκαν εκπρόσωποί τους. Παρηγορητική αυταπάτη. Η πτώση είναι διαρκής. Εχει ξεκινήσει εδώ και αρκετά χρόνια. Απλώς τώρα φαίνεται πως πλησιάζουμε με ταχύτητα τον πάτο. Και δυστυχώς οι ηγεσίες επιδεικνύουν καμαρωτή αδιαφορία.
Η θεωρία της συλλογικής ευθύνης είναι δημοφιλής, είναι βολική, δημιουργεί εντυπώσεις, κατασκευάζει ενόχους και υπόπτους, αλλά είναι άδικη. Δεν είναι όλοι οι δικαστές και εισαγγελείς το ίδιο, όπως δεν είναι το ίδιο όλοι οι πολιτικοί, όλοι οι δημοσιογράφοι, όλοι οι γιατροί και πάει λέγοντας. Η κ. Σακελλαροπούλου ακούει όμως τις καταγγελίες πολιτών, μαθαίνει από τις προσβάσεις που έχει στον χώρο τι συμβαίνει σε ορισμένες σοβαρές υποθέσεις, ενοχλείται προφανώς από την καθυστέρηση στην απονομή δικαιοσύνης, διαβάζει τις μετρήσεις της κοινής γνώμης, σοκάρεται ενδεχομένως από τα ευρήματα και δεν γινόταν να πει πράγματα που έρχονται σε αντίθεση με αυτά που πιστεύει ο κόσμος. Θα ήταν ευάλωτη στην κατηγορία για συντεχνιασμό.
Χρησιμοποιεί τις λέξεις «εύχομαι» και «ελπίζω». Δεν είναι σίγουρη. Δεν μπορεί να είναι σίγουρη ότι όλοι οι δικαστές είναι ανεξάρτητοι και δεν επηρεάζονται από κανέναν. Γνωρίζει ότι οι κυβερνήσεις προσπαθούν να χειραγωγήσουν την ηγεσία της Δικαιοσύνης και να τη ρυμουλκήσουν σε αποφάσεις που τις ευνοούν και βλάπτουν τους πολιτικούς αντιπάλους τους. Μπορεί να υπήρξε και η ίδια «θύμα» τέτοιων πρακτικών. Γνωρίζει πως οι βαρύγδουπες εξαγγελίες πρωθυπουργών και αρμόδιων υπουργών ότι η Δικαιοσύνη είναι ανεξάρτητη, ότι η εκτελεστική εξουσία σέβεται την αυτονομία της Δικαιοσύνης, είναι προσχηματικές και ουδείς σ’ αυτήν τη χώρα τις παίρνει στα σοβαρά.
Οπως μου είπε μαχόμενος δικηγόρος που έχει χρόνια στο κουρμπέτι, «τη Δικαιοσύνη την εμπιστεύονται μόνο εκείνοι που δεν έχει χρειαστεί να έρθουν σε επαφή μαζί της». Ισοπεδωτικό κι αυτό. Ωστόσο τείνει να εδραιωθεί ως αντίληψη. Κι αυτό πρέπει να ανησυχήσει και τους δικαστές και το πολιτικό σύστημα. Οπως προκύπτει από την έρευνα της Public Issue, οι πολίτες δεν εμπιστεύονται ούτε τη Δικαιοσύνη, ούτε τα κόμματα, ούτε τη Βουλή, ούτε την Αστυνομία. Θα πει κάποιος ότι είναι φωτογραφία της στιγμής λόγω των πολλών γεγονότων που απασχολούν τη δημόσια συζήτηση στην παρούσα φάση και έχουν σχέση με τους συγκεκριμένους θεσμούς και κυρίως με τον τρόπο που συμπεριφέρθηκαν εκπρόσωποί τους. Παρηγορητική αυταπάτη. Η πτώση είναι διαρκής. Εχει ξεκινήσει εδώ και αρκετά χρόνια. Απλώς τώρα φαίνεται πως πλησιάζουμε με ταχύτητα τον πάτο. Και δυστυχώς οι ηγεσίες επιδεικνύουν καμαρωτή αδιαφορία.
Τάσος Παππάς