Τρίτη 6 Φεβρουαρίου 2024

Αντιπολίτευση; Ποια αντιπολίτευση;


Είμαι Ψυχικό, φίλε.

Πάω κι εκεί καμιά φορά, όχι μόνο Κολωνάκι και Εξάρχεια, ιδίως όταν τα ραντεβού μου κατοικοεδρεύουν στα ΒουΠού και αρνούνται να κατέβουν στο κέντρο. Οπότε πίνω καφέ με τον Αργύρη (ας τον πούμε Αργύρη), που τον γνωρίζω καμιά σρανταριά έτη, από τα φοιτητικά μας χρόνια. Κύριος πλέον ο Αργύρης, με έδρα δική του, γνωστό όνομα της πανεπιστημιακής κοινότητας. Κι όπως απολαμβάνουμε τους εσπρέσσο μας, περνάει ένας τύπος πάνω κάτω στις ηλικίες μας (δεν θα τα λέμε και όλα…) και τον χαιρετάει εγκαρδίως τον συνδαιτυμόνα μου. «Τι κάνεις, πώς είσαι, η οικογένεια καλά», τα αναμενόμενα.

Φεύγει ο τύπος. «Ποιος ήταν αυτός;», ρωτάω τον Αργύρη. «Αυτός», μου απαντάει, «διδάσκει στην τάδε σχολή».
«Δικός μας ή δικός σας;», τον ξαναρωτάω, γιατί κάποτε ήταν αριστερός ο Αργύρης, αλλά εδώ και καιρό αλληθωρίζει προς την κεντροδεξιά.
«Είναι απ’ το παλιό, το πολιτισμένο ΠΑΣΟΚ», μου λέει. «Είχε τις ευκαιρίες τους, αλλά δεν έφαγε ούτε δεκάρα».
«Εντάξει», του λέω. «Δεν είναι λίγοι αυτοί που δεν φάγανε δεκάρα. Πολλοί είναι»!
«Δίκιο έχεις», το κλείνει ο δικός μου. «Πολλοί είναι, αλλά είναι σκόρπιοι. Γι’ αυτό σας κάνει ό,τι γουστάρει ο Κυριάκος…»

Είμαι Κολωνάκι, φίλε.
Είμαι με τον Βαγγέλη (ας τον πούμε Βαγγέλη), πανεπιστημιακός κι αυτός, τι να κάνω εκεί μ’ έφερε η μοίρα να έχω ένα σωρό γνωστούς.
Απολαμβάνουμε τους εσπρέσσο μας.
Κι όπως συζητάμε για τις κινητοποιήσεις των φοιτητών και πως την έχει πέσει στον Χάρη Δούκα το σύνολο της Ενημέρωσης 107 (συνεπικουρούμενη από τη χίπστερ διανόηση) γυρνάει ο Βαγγέλης και μου λέει:
«Νομίζεις ότι μόνο εσείς οι κεντροαριστεροί έχετε πρόβλημα; Που να δεις με τους δεξιούς τι γίνεται».
«Τι γίνεται δηλαδή;», παριστάνω εγώ ότι απορώ.
«Τις προάλλες ήμουνα Λονδίνο», μου απαντάει, «και βρέθηκα σε μια παρέα με μεταπτυχιακούς φοιτητές δεξιάς αποκλίσεως. Και ξέρεις τι μου είπαν; Εμείς Μητσοτάκη δε γουστάρουμε, έχει γεμίσει την κυβέρνηση Πασόκους. Αλλά δεν υπάρχει αντίπαλός του εκ δεξιών, οπότε αυτόν ψηφίζουμε αναγκαστικά…»

Είμαι Εξάρχεια, φίλε.
Κάθομαι στην Ήββη με τον Θανάση (ας τον πούμε Θανάση), που έχει μια μπίζνα λετζίτ, όχι απ’ αυτές που τη βγάζουν με απευθείας αναθέσεις. Από πού τον ξέρω δεν χρειάζεται να το γνωρίζετε, δική μας υπόθεση, μπορώ ωστόσο να σας πω ότι πρόκειται για άνθρωπο διορατικό και καπάτσο.
Έχει βγει ο ήλιος, μας χαϊδεύουν οι ηλιαχτίδες, μοιάζουν οι εσπρέσσο με τροφή των Θεών. Συζητάμε για πολιτικά και επιχειρηματικά (κάπου πρέπει να επενδύσω κι εγώ τα αμύθητα πλούτη μου!), μέσα σ΄ όλα ο Θανάσης, είναι και απ’ την αποδώ μεριά την κεντροαριστερή, βρίσκω κάποιον να συμφωνήσω επιτέλους.

«Ξέρεις», μου λέει ο άνθρωπός μου, «δεν είμαστε μόνο εμείς που ανησυχούμε για την κυριαρχία του Κυριάκου».
«Γιατί, ποιος άλλος αγχώνεται;», απορώ εγώ.
«Αυτοί που είχε κακοχαρακτηρίσει ο Καραμανλής στον Μπαϊρακτάρη», μου απαντάει.
«Σιγά», του λέω, «όλα τα χατίρια τους κάνει».
«Βλέπεις κοντά», μου αντιγυρίζει. «Δεν βλέπεις μακριά».
«Δηλαδή;», τον ρωτάω.
«Δηλαδή ρεπόρτερ», καταλήγει ο Θανάσης, «όσο έτρεχε το χρήμα απ’ τους Ευρωπαίους, όλα καλά ήτανε κι όλοι βολευόσαντε. Τώρα όμως, έχει αρχίσει και στριμώχνει το πράγμα. Και όταν στριμώχνει το πράγμα, αυτοί που κακοχαρακτήρισε ο Καραμανλής θέλουν να στριμώχνουν κι αυτοί την κυβέρνηση κατά το δοκούν. Να υπάρχει, ας πούμε, ένα αντίπαλο δέος, να μπορούνε να λένε “κοίτα, μη μας πρήζεις, γιατί έχει κι αλλού πορτοκαλιές”. Αλλά τέτοιο αντίπαλο δέος δεν υφίσταται, για την ώρα τουλάχιστον. Γιατί τα έχετε κάνει μούτι στην κεντροαριστερά και σας γλεντάει το Μαξίμου. Ηλίθιοι»!

Τον άφησα να πληρώσει τους καφέδες…

Χρήστος Ξανθάκης