Δευτέρα 7 Αυγούστου 2023

Βρε πώς δένουν όλα...


Απορώ. Οχι, πραγματικά απορώ... Τόσο πατριώτες, τόσο αρχαιολάτρες, τόσο «ιθείς» και «ωκήθεις» ή «ωκήθοες» -ούτε με νοιάζει πώς κλίνεται. Με νοιάζει όμως ότι αυτά (τίμιοι και ταχείς δηλαδή) είχε πει, μεταξύ άλλων, για τον εαυτό του ο Αδωνις (Σπυρέτος) Γεωργιάδης, τώρα, πριν από τις εκλογές του Μαΐου. Απορώ, λοιπόν: τόσο βαθείς γνώστες της αρχαιότητας και τον Ερυσίχθονα δεν; Ποτέ δεν άκουσαν για την περιπτωσάρα του;

Μυθικός βασιλιάς ήταν ο Ερυσίχθων. Εγγονός του Ποσειδώνα. Παλάτι τρομερό ορέχτηκε. Γνωστός ήδη για την ασέβειά του, δούλους δεκάδες πήρε και στο ιερό, παρθένο δάσος της θεάς Δήμητρας πήγε, διατάσσοντάς τους όλα τα δέντρα να κοπούν, ώστε το μέρος όπου θα τρώει και θα γλεντάει με τους φίλους του να χτίσει. Ενα δέντρο, μία λεύκα πανύψηλη, ήταν η αγαπημένη της θεάς. Δρυάδες νύμφες χόρευαν γύρω της και η φύση γλύκαινε για τους ανθρώπους και ημέρευε.

Ο ασεβής και αλαζόνας βασιλιάς το δέντρο να κόψουν θέλησε. Η θεά δεν τον άφησε. Οχι μόνο με όλη της τη θεϊκή μεγαλοπρέπεια μπροστά του εμφανίστηκε (κάτι πολύ σπάνιο από αρχαίο θεό προς άνθρωπο θνητό, καθώς μόνο μέσω μεταμορφώσεων εμφανίζονταν) μα τον τιμώρησε με αυτό που ακριβώς τού ταίριαζε. «Ναι, λοιπόν, φτιάξε το δώμα, σκύλε, να τραπεζώνεις συχνά. Αφού αυτό είναι που επιθυμείς, από εδώ και πέρα συχνά πυκνά θα τρως! Και όσο τρως, τόσο ακόρεστα δεν θα χορταίνεις ποτέ», του είπε... Ο ίδιος του ο εαυτός να γίνει τον έκανε: ένας ξιπασμένα κι άκρατα πεινασμένος για τα πάντα. Το όνομά του να γίνει τον καταδίκασε: αυτός που σχίζει, που χαράζει, που τη γη πληγώνει.

Ο Ερυσίχθων άρχισε να τρώει. Τα πάντα. Με μανία. Ο,τι υπήρχε στο παλάτι, τα ζώα γύρω, ακόμα και τις προσφορές στους βωμούς. Κανείς δεν μπορούσε να τον βοηθήσει, ούτε καν ο ίδιος ο Ποσειδώνας. Ακριβώς γιατί ο ίδιος δεν μπορούσε να βοηθηθεί: ο εαυτός του είχε γίνει. Και απ' αυτόν δεν μπορεί να σε ξεφύγει ποτέ κανείς.

Κάποιους αιώνες μετά τη γέννηση αυτών των μύθων, μα πίσω πολύ σε σχέση με τα τώρα, τον 5ο π.Χ. αιώνα, ένας ακόμη «μύθος» έζησε. «Μύθος» μα όχι μυθικός: ο Εμπεδοκλής, αρχαίος Ελληνας πυθαγόρειος φιλόσοφος ήταν, ένας από τους σπουδαιότερους αντιπροσώπους της προσωκρατικής φιλοσοφίας, φυσικός, εφευρέτης, ποιητής -φυσικά γιατρός και μουσικός (τώρα απαρνιόμαστε το Ολον και εξειδικευόμαστε στην υπερεξειδίκευση. Τότε, ήταν αλλιώς και γι' αυτό όλα γίνονταν αλλιώς). «Αφθαρτος θεός, όχι πια θνητός» έλεγε πως ήταν, πάντα καλοντυμένος, από αριστοκρατική γενιά, μα ο ίδιος δημοκρατικές απόψεις είχε.

Στη φιλοσοφία του, διέσπασε την ουσία σε ύλη και ενέργεια (σε δύναμη δηλαδή που την ύλη κινεί και μεταμορφώνει -α ρε έρμε Αϊνστάιν, σε πρόλαβαν). Γι' αυτόν, γέννηση και θάνατος δεν υπήρχαν. Ανάμιξη και χωρισμός τεσσάρων στοιχείων (ριζωμάτων) υπήρχε μόνο: της φωτιάς, του αέρα, του νερού και της γης. Οσο για τους «καταλύτες», τις κινητήριες δηλαδή δυνάμεις για την ανάμιξη και τον χωρισμό, αυτά ήταν η Φιλότης και το Νείκος.

Η «φιλία/αγάπη» δηλαδή και η φιλονικία. Οταν επικρατεί η πρώτη, έχουμε ένωση των βασικών στοιχείων και, όταν διαχέεται η έχθρα, τότε ο διαχωρισμός είναι αναπόφευκτος. Η φιλότητα, μάλιστα, ήταν η ύψιστη αρετή ακόμα και στην Αθηναϊκή Δημοκρατία -ήταν πάνω ακόμη και από αυτή την ίδια την πολιτειότητα! (τα λέει κι ο Αριστοτέλης: «Η γαρ κοινωνία φιλικόν» λέει μεταξύ άλλων, ως ορισμό της κοινωνίας).

Ο Ερυσίχθων έφαγε τα πάντα. Δεν χόρτασε ποτέ. Αλλοτριωμένος δεν ήταν. Ασεβής ήταν, αλαζόνας και υβριστής. Στο τέλος, ξέσκισε με τα δόντια του τις ίδιες του τις σάρκες.

Ο Εμπεδοκλής στον Ακράγαντα γεννήθηκε, δεύτερη ως προς τον πλούτο και τη δύναμη, πόλη της Σικελίας στην Κάτω Ιταλία, αποικία των Ροδίων. 
Από τη Ρόδο ήταν και ο Γεώργιος Χατζηνικόλας, ο 40χρονος νεαρός άνδρας, που εθελοντής πήγε στις πυρκαγιές που... «μόνο το 15% του νησιού έκαψαν», όπως είπε και ο πρωθυπουργός μας... 
Πέθανε. Προχθές. Από τα όσα μέσα του από τη φωτιά έβαλε, προσπαθώντας αυτό το «μόνο» να σώσει.

Και κάπως έτσι δένουν όλα.

Νόρα Ράλλη
Εφημερίδα των Συντακτών (06.8.2023)