Τρίτη 20 Δεκεμβρίου 2022

Η Ελλάδα ξέμεινε στον εικοστό αιώνα (και τα κορίτσια βρίζουν, τι να σε πω!)


Γράφει ο Χρήστος Ξανθάκης

Έχουμε καιρό για την έρευνα της MRB, έχουμε καιρό και για τις υποκλοπές και την ακρίβεια. Δεν φεύγουν, άλλωστε, απ’ τις ζωές μας, εδώ τριγυρνάνε και μας βγάζουνε το μέσα έξω. Τρέχει και η δημοσιογραφική έρευνα, τρέχει και ο ιδρώτας του μικρομεσαίου, πόσο να απομακρυνθείς πια; Μπροστά μας θα τα βρούμε όλα, όσο κι αν διάφοροι καρνάβαλοι (να βάλω εισαγωγικά;) πιστεύουν ότι τα έχουμε ξεπεράσει και είναι πλέον παρελθόν. Κυριακή κοντή γιορτή…

Θέλω, όμως, να πάμε σε ένα αγαπημένο μου θέμα, που δεν έχω θίξει ως τα σήμερα. Θέλω να πάμε στη βαθιά μου πίστη ότι ένα μεγάλο, μέγιστο ποσοστό των Ελλήνων και των Ελληνίδων δεν εγκατέλειψε ποτέ τον εικοστό αιώνα και διόλου δεν εισήλθε στον εικοστό πρώτο. Για την ακρίβεια, δεν εγκατέλειψε ποτέ τις συνήθειες, τα σημαίνοντα και τις δοξασίες του εικοστού αιώνα και δεν τις αντικατέστησε με τις συνήθειες, τα σημαίνοντα και τις δοξασίες του εικοστού πρώτου. Δεν εκσυγχρονίστηκε σαν να λέμε, δεν συντόνισε το βήμα της με εκείνο της πατρίδας μας της Ευρώπης (μιλάω φιλελέ τώρα!) και για τον υπόλοιπο κόσμο μην το συζητάτε καν. Κάτι σαν τα ιπτάμενα αυτοκίνητα που μας είχαν υποσχεθεί και φτάσαμε να υποφέρουμε καθημερινά στα μποτιλιαρίσματα του Κηφισού…

Όχι, αλήθεια, είναι, κοιτάξτε γύρω σας. Φταίει που είναι γερασμένη η χώρα και οι γηραιότεροι δεν αλλάζουν συνήθειες με τίποτα (κάτι ξέρουν οι διαφημιστές που στοχεύουν στις ηλικίες από 8 ως 28 έτη), φταίει που είμαστε περιφέρεια της Δυτικής Ευρώπης και γλιστρήσαμε εν μέσω Μνημονίων από τον πρώτο στον δεύτερο κόσμο, φταίει που η νοοτροπία των 400 χρόνων σκλαβιάς δεν κατάφερε ποτέ να ψηφιοποιηθεί (παρά τα φύκια για μεταξωτές κορδέλες του Πιερρακάκη), φταίει που είναι η γλώσσα μας μια γλώσσα δέκα και κάτι εκατομμυρίων ατόμων και δεν βρίσκει εύκολα διεξόδους προς το μέλλον. Αλλά μιας και μιλάω για γλώσσα…

Μιας και μιλάω για γλώσσα, θα πρέπει να αναφερθώ και στην αφορμή του παρόντος, που ήταν μια συνέντευξη στην εφημερίδα «Εστία της Κυριακής» του Χριστόφορου Χαραλαμπάκη, νεοεκλεγέντος στην (κενή επί 82 έτη!) έδρα της Γλωσσολογίας στην Ακαδημία Αθηνών. Ο οποίος Χριστόφορος Χαραλαμπάκης είναι ένας επιστήμονας με περγαμηνές και έργο (αναζητήστε το σχετικό «Μονόγραμμα»), αλλά στο συγκεκριμένο διάλογο με τον συνάδελφο Μάκη Δεληπέτρο κάπως μας τα χάλασε. Με δικά του λόγια:
«Έχει αυξηθεί ο αριθμός, και λυπάμαι που το λέω, π.χ. των κοριτσιών που χρησιμοποιούν εκφράσεις κατώτερου “ανδρικού” λεξιλογίου στο λόγο τους. Έτσι… απελευθερώνεται το άτομο, αλλά τι είδους ελευθερία είναι αυτή;»

Συγγνώμη, αλλά πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα κολλήματος στον εικοστό αιώνα (για να μην πω στον δέκατο ένατο!), δεν μπορώ να βρω. Με τα κορίτσια να εκφράζουν κάποια ανώτερα ιδανικά και ήθη, που έρχονται να διαφθείρουν οι άσχημες, οι αντρικές λέξεις των καραγωγέων. Και αν τις προφέρουν τα θήλεα, δεν θα είναι πια άξιες για μανάδες, για αδερφές, για σύζυγοι, για Παναγιές ακόμη ακόμη. Λυπούμαι πολύ, αλλά η ελευθεροστομία είναι βασική κατάκτηση όλων μας, είτε είμαστε αγοράκια είτε κοριτσάκια, και το πιπέρι στο στόμα δεν θα μας κάνει πλάσματα πιο αθώα και πιο αγνά. Αντιθέτως, όσο πιο πολύ βγάζουμε αυθόρμητα και ανεμπόδιστα τα μέσα μας, τόσο πιο συνειδητοί και συμμετοχικοί πολίτες θα γίνουμε. Και ναι, αυτό έχει να κάνει τόσο με τις υποκλοπές όσο και με την ακρίβεια…

Υ.Γ.:
Λέει και κάτι άλλο ο φρέσκος Ακαδημαϊκός:
«Πρέπει να υπάρχει και μια ευπρέπεια, η οποία αν δεν υπάρχει στη γλώσσα δεν υπάρχει και στο ήθος».
Να τα διαβάζει αυτά στον ουρανό το φάντασμα του Βάρναλη και να ξεκαρδίζεται για μέρες ολόκληρες στα γέλια. Και που να σας πω για τα φαντάσματα του Πετρόπουλου και του Τσιφόρου!

- το κείμενο του Χρ. Ξανθάκη είναι από το Newpost (19.12.2022)