Δευτέρα 17 Οκτωβρίου 2022

Μήπως ήρθε η ώρα να διδαχθεί στα σχολεία η αποχαιρετιστήρια επιστολή του Αλέξανδρου Νικολαΐδη;


του Χρήστου Ξανθάκη

Είμαι Νέα Υόρκη πριν από καμιά εικοσαριά χρόνια, τα πίνω στο Βίλατζ. Βγαίνω απ’ το μπαρ, τσιμπάω ταξί, στρώνομαι, λέω πού θέλω να με πάει, στο σπίτι του θείου μου του Νικ και της θείας μου της Έλεν. Και βλέπω τον ταρίφα εντελώς πιτσιρικά και σκέφτομαι «μπλέξαμε, κάνας καινούριος θα είναι, άσχετος μεταξύ ασχέτων». Ετοιμάζομαι, λοιπόν, να διευκρινίσω τον προορισμό μου, αλλά πριν ανοίξω το στόμα μου, βλέπω μια ταμπελίτσα δίπλα στο τιμόνι:
“I speak English and I know where I’m going”.
Το οποίο μεταφρασμένο στη γλώσσα μας, μας κάνει πάνω κάτω το εξής:
«Μιλάω Αγγλικά και ξέρω πού πηγαίνω».

Κάπως έτσι και με την αποχαιρετιστήρια επιστολή του Αλέξανδρου Νικολαΐδη. Σε έξι λέξεις μέσα αυτό ήταν το ζουμί, ήξερε τι έλεγε το παλικάρι μας και ήξερε και πού όδευε. Με έναν λόγο ευθύβολο, ανθρώπινο και πατριωτικό που όμοιό του, πιστέψτε με, έχω να διαβάσω από τότε που πρωτόπεσαν στα χέρια μου τα απομνημονεύματα του στρατηγού Μακρυγιάννη.
Ευθύβολος ο λόγος του, γιατί μίλησε με λόγια απλά δίχως μαλάματα και στολίδια, ανθρώπινος γιατί σκέφτηκε πρώτα απ’ όλα τα παιδιά που υποφέρουν πριν από τα δικά του τα παιδιά και πατριωτικός γιατί δεν ξέχασε ότι δίχως εθνικό σύστημα υγείας και φροντίδα για τους ασθενείς πατρίδα δεν υπάρχει. Σαν πρόκες οι λέξεις του, κανένας άνεμος δεν τις πήρε…

Και μιας κι είμαστε εδώ και μιλάμε να πω και δυο πράγματα ακόμη. Αύριο μεθαύριο που γίνονται οι εκλογές δεν χρειάζεται κανένα πρόγραμμα ο ΣΥΡΙΖΑ. Την αποχαιρετιστήρια επιστολή του λεβέντη αρκεί να τυπώσει και να πει:
«Αυτά λέμε εμείς, αυτό είναι το όραμά μας. Στα χνάρια του Αλέξανδρου θα βαδίσουμε κι όποιος θέλει έρχεται»!

Κι ένα επιπλέον. Αν υπήρχε υπουργείο Παιδείας στη χώρα μας (λέμε τώρα…), θα έπρεπε από σήμερα Δευτέρα να βγει μια πανταχούσα ότι εντάσσεται στη διδακτέα ύλη των σχολείων η επιστολή του Ολυμπιονίκη. Ολόκληρη όμως, δίχως περικοπές και λογοκρισία, όπως την έγραψε ο γίγαντας με τα χεράκια του. Αν υπήρχε πολιτικό θάρρος…

Αυτά σκέφτομαι τώρα, τρεις μέρες ύστερα απ’ τον κεραυνό που μας έκαψε, σε μια Ελλάδα που παραπαίει, σε μια Ελλάδα που είναι τίγκα στις κτηνωδίες το αστυνομικό δελτίο κάθε μέρα, σε μια Ελλάδα που δεν προλαβαίνει να ανοιγοκλείσει τα μάτια της και βλέπει όλο και πιο κοντά το γκρεμό. Έχει ανάψει το εμέρτζενσι κι έχει βαρέσει ο συναγερμός. Βζιιιιιν, θα έσκουζε μια φαιδρή προσωπικότητα του δημοσίου βίου κι εγώ θα του απαντούσα με ένα ποστάρισμα του φίλου μου του Γιώργου Πανόπουλου, που βιοπορίζεται ως αστρολόγος αλλά είναι ένα από τα πιο έξυπνα, διαβασμένα και συγκροτημένα πλάσματα της χώρας. Με δικά του λόγια:
«Ποιό είναι το όριο πέρα από το οποίο η φτώχεια, η εξαθλίωση, η παρακμή, η σήψη, ο ψυχικός και ηθικός θάνατος, τα οικονομικά δεινά, η παρατεταμένη παρακμή, η αυταρχικότητα, η διάψευση κάθε ελπίδας, η έλλειψη κοινών στόχων, ο ζόφος θα προκαλέσουν αντίδραση;
Ποια είναι η στιγμή μηδέν που θα αναγκάσει τους πολίτες να κατέβουν στο δρόμο;
Ποιο είναι εκείνο το σημείο που ξεπερνώντας το θα μας πιέσει να αναλάβουμε τις ευθύνες μας;
Υπάρχει; Ή το έχουμε ξεπεράσει, κι αυτός είναι ανεπιστρεπτί ο νέος κόσμος;»
.
  • το κείμενο του Χρ. Ξανθάκη είναι από το newpost