Δευτέρα 26 Σεπτεμβρίου 2022

Είναι η οικονομία ανόητε, ξανά!


Γράφει ο Γιώργος Χ. Παπαγεωργίου

Η πορεία προς την -αναμενόμενη- νίκη της Τζόρτζιας Μελόνι και της επικράτησης της ακροδεξιάς στις ιταλικές εκλογές σήκωσε πολλές φωνές ανησυχίας για τη δημοκρατία και ανθρώπινα δικαιώματα.

Οι ανησυχίες αυτές είναι δικαιολογημένες, με δεδομένες τις «νεο-μουσολινικές» καταβολές της Τζόρτζια Μελόνι, το ακροδεξιό προφίλ του Ματέο Σαλβίνι και το παρελθόν του Σίλβιο Μπερλουσκόνι. Αλλά το πολιτικό πρόβλημα που αναδεικνύεται μετά τις ιταλικές εκλογές δεν περιορίζεται εκεί.

Τα βασικά ζητήματα που καθόρισαν τις ιταλικές εκλογές είναι η ενεργειακή κρίση, η ακρίβεια και το θέμα των κυρώσεων στη Ρωσία. 

Και βέβαια η Μελόνι δεν παρέλειψε να συνδέσει τα προβλήματα των Ιταλών με τις πολιτικές της Ε.Ε. και να αναδείξει το σύνθημα «πρώτα η Ιταλία». 

Δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι η πρώτη αντίδραση του κόμματος της Μαρίν Λεπέν μετά την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων ήταν ότι «η Ιταλία δίνει ένα μάθημα στην Ε.Ε.». 

Η Ε.Ε. βρίσκεται στο κέντρο της κριτικής γιατί αποδείχθηκε ότι δεν είναι σε θέση να διαχειριστεί τις συνέπειες των κυρώσεων χωρίς να βυθίσει τους Ευρωπαίους σε βαθιά οικονομική κρίση. 

Είναι ενδεικτικό ότι η πρόεδρος της Κομισιόν άναψε φωτιές με δήλωση – παρέμβαση για τις ιταλικές εκλογές και τη δημοκρατία, λέγοντας ότι «Θα δούμε, αν τα πράγματα οδεύσουν προς μια δύσκολη κατάσταση –μίλησα με τον ίδιο τρόπο για την Πολωνία και την Ουγγαρία– έχουμε τα αναγκαία εργαλεία». 

Στην πραγματικότητα, η πρόεδρος της Κομισιόν βοήθησε την Μελόνι και τον δεξιό συνασπισμό καθώς οι δηλώσεις της προκάλεσαν κύμα αρνητικών αντιδράσεων. 

Η φον ντερ Λάιεν εννοούσε ότι εάν η νέα ιταλική κυβέρνηση δεν συμμορφωθεί με την ατζέντα των Βρυξελλών θα πληρώσει τίμημα σε σχέση με τα κεφάλαια ύψους 190 δισ. ευρώ που αναμένει από το Ταμείο Ανάκαμψης.

Ένα άλλο ζήτημα που μπορεί να αποδειχθεί μοχλός πίεσης είναι η στήριξη από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα στα ιταλικά ομόλογα. 

Με άλλα λόγια, το μήνυμα προς την Ιταλία ήταν σαφές και παραπέμπει στην οικονομική πίεση που μπορεί να ασκήσει η Ε.Ε. απέναντι σε μια εκλεγμένη κυβέρνηση.

Πλειάδα αναλυτών άλλωστε προεξοφλούν ότι η Μελόνι θα αναγκαστεί να βάλει νερό στο κρασί της, επισημαίνοντας ότι ήδη κατά την προεκλογική περίοδο έβαλε στην άκρη την αντιευρωπαϊκή ρητορική που χρησιμοποιούσε κατά το παρελθόν. 

Στην Ελλάδα έχουμε θλιβερή εμπειρία τέτοιων πρακτικών από την εποχή των μνημονίων και την πίεση που ασκήθηκε σε όλες τις κυβερνήσεις που άσκησαν εξουσία την περίοδο εκείνη, οι οποίες αναγκάστηκαν να υποκύψουν σε όλες τις επιταγές των Βρυξελλών. 

‘Όμως το ζήτημα της Ιταλίας ίσως αποδειχθεί διαφορετικό.  Πρόκειται για την τρίτη μεγαλύτερη οικονομία της Ε.Ε. και την 9η παγκοσμίως, με ισχυρό διεθνές αποτύπωμα. 

Το μερίδιό της στην ευρωπαϊκή παραγωγή αλλά και στο παγκόσμιο ΑΕΠ έχει μειωθεί τα τελευταία 25 χρόνια, λίγο-πολύ από τη στιγμή που δημιουργήθηκε το ευρώ. 

Είναι δηλαδή η Ιταλία ένα μέγεθος το οποίο δεν μπορεί να αγνοηθεί και να εξαναγκαστεί σε μια υποταγή υπό το βάρος της οικονομικής πίεσης. 

Κάτι τέτοιο θα μπορούσε να πυροδοτήσει αλυσίδα εξελίξεων, να προκαλέσει νέα κρίση στο ευρώ και να απειλήσει ξανά με διάσπαση την ευρωζώνη.

H E.E. δεν μπορεί να αγνοήσει το εκλογικό αποτέλεσμα της Ιταλίας, ούτε τη γενικότερη στροφή στην ακροδεξιά και την αντισυστημική ψήφο που καταγράφεται ευρύτερα στην Ευρώπη σε κάθε κρίση.  

  • το κείμενο του Γ. Χ. Παπαγεωργίου είναι από το politicus.gr