Σάββατο 12 Οκτωβρίου 2019

Καλή μας Απόλαυση

Γράφει ο Mesilyx

Έχω επισκεφθεί τελευταία ορισμένα trendy εστιατόρια, δοκίμασα διάφορα πιάτα κι έχω να μοιραστώ μαζί σας ένα μυστικό.
Ένα μυστικό για εμάς τους μεσήλικες.
Εμείς, που λέτε, οι μεσήλικες, έχουμε ένα χούι:
Έχουμε ανάγκη από φαΐ.
Κανονικό φαΐ.
Και εξηγούμαι, ξεκινώντας από τα ορεκτικά:
Τα ορεκτικά είναι τα πιάτα που τα βάζουμε “στη μέση”. Δηλαδή θα φάμε όλοι. Άρα η ποσότητα πρέπει να είναι αντίστοιχη. Δεν γίνεται τώρα εμείς, γέροι αθρώποι, να παίζουμε εννέα άτομα τις μουσικές καρέκλες για να δούμε ποιοι θα φάνε τελικά τα τρία στικς κολοκυθάκια που μας έφερες.
Do the maths, αρχηγέ μου.
Πάμε τώρα στα κυρίως..
Καταρχάς, δε θέλουμε μας πει ο σερβιτόρος τα πιάτα ημέρας, εκτός αν πρόκειται για μουσακά ή παστίτσιο.
Δε μας ενδιαφέρει αγαπητέ μου το εξαιρετικό πράιμ ρίμπ από το σβέρκο ξένοιαστης αγελάδας, που έχει τρέξει χαρωπή κι έχει βοσκήσει στις απέραντες πεδιάδες της Ρηνανίας – Βεστφαλίας, που την έχουν ταΐσει με γκαζόν βιολογικής καλλιέργειας, που μεγάλωσε με Βιβάλντι και Σοστακόβιτς, και που την χάιδευε στοργικά στον κώλο ο παππούς της Χάιντι. Και στην τελική δε θέλουμε να μάθουμε την ιστορία της ζωής της. Θα τη φάμε αδερφέ, δε θα την πιάσουμε φιλενάδα. Άσε που τη χρεώνεις και 100 ευρώ το κιλό. Δηλαδή μας λες, να πουλήσουμε ένα νεφρό για να φάμε μισό σβέρκο.
Δεν τρελαθήκαμε.
Δεν επιθυμούμε να μας αναλύσετε το περίφημο σνίτσελ κουνελιού με πουρέ μελιτζάνας. Μας τρομάζει ο σερβιτόρος που το αναγγέλλει ως «Ζνίτσελ Ούντο Φον Μπάρνεν» και φοβόμαστε ότι θα πεταχτεί από την κουζίνα ο Δήμος Σταρένιος και θα μας ψιθυρίσει συνωμοτικά:
«Οι Γερμανοί είναι φίλοι μας, όλοι το τρώνε στο τέλος».
Δε θέλουμε τίποτα από αυτά.
Θέλουμε μόνο να ακούσουμε δύο μαγικές λεξούλες:
Χοιρινή και μοσχαρίσια.
Άντε και μια τρίτη: Κεφτεδάκια.
Μουσική στα αυτιά μας.
Α, και να σας ενημερώσω. Οι πατάτες οι τηγανητές σε πιάτα με κρέας δεν είναι side-dish. Είναι οι πρώτες ξαδέρφες του κρέατος, οι κολλητές του, και σερβίρονται στο ίδιο πιάτο με το κρέας. Αν κάποιος δεν τρώει τις πατάτες, μην αγχώνεσαι, θα τις φάμε οι υπόλοιποι. Μην του βάλεις αντί για πατάτες πουρέ κολοκυθιού ή ρύζι ατμού με κρέμα αβοκάντο, αν ήθελε τέτοιες λιχουδιές θα έκλεινε μια νοσηλεία τετράκλινο στο Σισμανόγλειο, δε θα κουβαλιόταν στη χαμοκέλα σου. Θα χλαπακιάσει ήσυχα τη χοιρινή του και θα φάει και λίγη σαλάτα.
Κι όταν λέμε σαλάτα:
Το καλοκαίρι θέλουμε σαλάτα χωριάτικη. Χωριάτικη θα πει ντομάτα, αγγούρι, κρεμμύδι, ρίγανη, φέτα, τελεία. Άντε και κάπαρη. Δεν βάζουμε μέσα πεπόνι, μους κολίανδρου, μαρμελάδα κρεμμυδιού, στικς πορτοκάλι, εσκαρόλ και κινόα.
Και μην μπεις στον κόπο να μας εξηγήσεις πόσο γλυκά παντρεύονται οι υφές και πόσο “ακούγεται” το φινόκιο. Εδώ εμείς τρομάζουμε να ακούσουμε το κινητό και το κουδούνι, το φινόκιο θα ακούσουμε? Α, και τον κινόα δεν τον θέλουμε. Μας πειράζει στα εντερικά ο κινόας, μας ανοχλάει ο κινόας, δεν τον χωνεύουμε τον κινόα ρε αδερφέ.
Και μην ακούσω καμιά μαλακία «Αχ, ο σεφ έτσι το σερβίρει, αν δε σας αρέσουν, μπορείτε να τα αφαιρέσετε». Άλλη δουλειά δεν είχαμε, να ξεψειρίζουμε όλη νύχτα τη χωριάτικη από τα φλέικς κουρκουμά και τις μπουκίτσες τζίντζερ.
Και το χειμώνα σαλάτα μαρούλι ή λάχανο-καρότο.
Και πού’σαι, καλέ μου άνθρωπε?
Όταν φέρνουμε σαλάτα, τη σερβίρουμε σε σαλατιέρα.
Αυτό που εσείς αποκαλείτε μπολ.
Γιου νόου μπολ?
Πρόκειται για ημισφαιρικό κεραμικό, πορσελάνινο ή γυάλινο αγγείο, για το σερβίρισμα (πηγή wikipedia).
Και το μπολ το γεμίζουμε, ξέχειλο μέχρι επάνω.
Δε φέρνουμε τη σαλάτα στην πιατέλα της γιαγιάς για τους λουκουμάδες που πιάνει το μισό τραπέζι και έχει στη μέση δυο φυλλαράκια συφοριασμένα που δε φτάνουν ούτε για να στρίψεις ένα μονόφυλλο.
Να θυμάσαι την προτροπή της γιαγιάς: “Αν δεν περισσέψει, δε φτάνει”.
Α, και τώρα που είπα λουκουμάδες.
Ένα τελευταίο μυστικό:
Όταν λέμε γλυκό, εννοούμε ή λουκουμάδες, ή λουκουμάδες με παγωτό, ή παγωτό με παγωτό, ή μια σεράνο, ή – στη χειρότερη – άις κριμ σόδα.
Η “ξινή κρέμα με πουρέ μέλισσας” που μας προτείνεις είναι γιαούρτι με μέλι, κακά τα ψέματα.
Όσο και να την μασκαρέψεις, πάλι γιαούρτι με μέλι θα είναι.
Και το γιαούρτι με μέλι δεν είναι γλυκό.
Το γιαούρτι με μέλι είναι εξαιρετικό να είναι χειμώνας, να έχεις δέκατα και στομαχόπονο, να βρέχει έξω, να σε δει η μάνα σου στο χάλι το αδιόρθωτο και να σου πει “σκατά είσαι, να σου φέρω μια γιαούρτη?”, μπας και τρομάξεις και φιλοτιμηθείς να πας σε ένα γαστρεντερολόγο, που κοντεύεις τα 60 κι έχεις να πας σε γιατρό από τότε που σου βγάλανε στο παίδων τα κρεατάκια.
Αυτή είναι η αποστολή της γιαούρτης, αυτά τα μυστικά του φαγητού, αυτά για σήμερα παιδιά και καλή μας απόλαυση.

Υ.Γ.1
Η μαγική ζωγραφιά του αδερφού Βασίλη Γιοκουσκουμτζόγλου: Το Χασαπάκη. Πενάκι παστέλ και γκουας. 15Χ20 cm. Απολαμβάνεται στο μέγιστο με μουσική υπόκρουση Στέλλα Χασκηλ, Μες τη Χασάπικη Αγορά

Υ.Γ.2
Ή εγώ γερνάω και παραξενεύω κι άλλο, ή εγώ γερνάω και αρχίζετε να παραξενεύετε εσείς.

Υ.Γ.3 Μουσική Υπόκρουσις: Κωνσταντάρας – Κοντού: Στο παλιό το ταβερνάκι

- από το mesilyx.com