Παρασκευή 10 Μαΐου 2019

«Οι επιλογές σου, Αργυρώ…»

Δεν αναλωνόταν σε ενεργοβόρες συζητήσεις. Ούτε κυκλοφορούσε πολύ στο διάδρομο. Τις πιο πολλές του ώρες τον θυμάμαι να στέκεται σκυμμένος πάνω από το ψηλό σχεδιαστήριο του, υπερυψωμένος πάντα σε σχέση με όλους εμάς τους υπόλοιπους. Κάποτε, περνώντας μπροστά από το γυάλινο γραφείο, τον έβλεπα να κοιτάει για λίγο προς το τίποτα και το πουθενά. Κι ύστερα να ξανασκύβει ευλαβικά στα..
μελάνια και τα χαρτιά του. Κι άλλοτε να γελάει γενναιόδωρα με τους διπλανούς του. Κι ένιωθα σαν για όλους να σήμαιναν αυτές οι στιγμές μια ιερή σιωπή. Οι στιγμές που ο Ιωάννου έστρεφε το βλέμμα έξω από το σκίτσο του.
Είχα σχηματίσει την εντύπωση ότι δεν με πολυσυμπαθούσε. Φανατικός αντικαπνιστής κι εγώ μανιώδης καπνίστρια. Φειδωλός πάντα στα λόγια εκείνος κι αχόρταγη συνήθως εγώ. Σκεφτόμουν μάλιστα ότι ίσως να μην ήξερε καλά καλά ποια είμαι. Ήταν τελευταίες μέρες του 2010 που βρήκα στο γραφείο μου εκείνο το σκίτσο. Και μαζί τη λεπτομέρεια του πορτραίτου μου. Όπως είχε κάνει για όλους όσους και όσες έτυχε να «παγιδεύσει» το σκίτσο του στο καπνιστήριο του ΕΘΝΟΥΣ. Πολλοί θεώρησαν ότι ήταν μια συναισθηματική απεικόνιση μιας στιγμής των συναδέλφων του. Προσωπικά δεν το πιστεύω. Δεν υπέφερε, θαρρώ, από το σύνδρομο των στιγμιαίων συναισθηματισμών ο Ιωάννου. Το σκίτσο αυτό το είδα όπως όλα του: ως σχόλιο, σχόλιο πολιτικό. Όσοι και όσες σκεφτόμαστε με ανάλογο τρόπο και ζήσαμε το ΕΘΝΟΣ εκείνη την εποχή, θαρρώ ότι αναγνωρίζουν τα σημαινόμενα.


Όσο για τη λεπτομέρεια της εικόνας μου; Έπαθα σοκ! Ο Γιάννης Ιωάννου με είχε δει! Και όχι μόνο. Με ανάγκασε να δω αυτό που κι εγώ ακόμη προτιμούσα να μη βλέπω: τη μελαγχολία στο βλέμμα πίσω από τους καπνούς ενός τσιγάρου που, τότε και εκεί, ποτέ δεν ήταν αρκετό… Τον πλησίασα διστακτικά. Με συστολή, δέος και χαμόγελο του είπα απαιτητικά: «Θέλω να μου την υπογράψετε». Μεγάλη υπόθεση να βλέπεις τη μούρη σου μέσα σε σκίτσο του Ιωάννου. Ειδικά όταν το βλέπεις ως σχόλιο πολιτικό. Μου χαμογέλασε ανοιχτόκαρδα. Δεν μου την υπέγραψε μόνο. Μου την αφιέρωσε κιόλας…
Λιγότερο από ένα χρόνο μετά, ύστερα από την άρνησή μου να υπογράψω ατομική σύμβαση, απολύθηκα. Μάζευα τα υλικά μου υπάρχοντα. Συνάδελφοι έρχονταν να μου εκφράσουν τη λύπη τους που δεν θα με έβλεπαν πια στο γραφείο μου και για την πείνα που με περιμένει ή να δηλώσουν την εκτίμησή τους για την «ηρωική» μου πράξη. Ήρθε κι εκείνος. Δεν τον περίμενα. Μου χαμογέλασε, μου έσφιξε το χέρι και μου είπε μόνο τρεις λέξεις: «Οι επιλογές σου, Αργυρώ…». Αυτός ήταν ο αποχαιρετισμός του. Αυτές τις τρεις μόνο λέξεις του, τις έβαλα στη βαλίτσα μου φεύγοντας μαζί με το σκίτσο του.
Κύριε Ιωάννου, μαζί με τη βαθιά μου θλίψη, θέλω να ξέρετε ότι κάθε φορά που ανοίγω τη βαλίτσα που λέει «ΕΘΝΟΣ» καμαρώνω για εκείνες τις τρεις μόνο λέξεις που άκουσα από τα χείλη σας. Και κάθε φορά που η καρδιά λυγάει στο κάθετι είναι οι ίδιες τρεις λέξεις που το μυαλό θυμάται να της ψιθυρίζει για να τη δυναμώνει πάλι: «Οι επιλογές σου, Αργυρώ…» Αυτός ήταν ο δικός μου αποχαιρετισμός, αυτή τη φορά ο για πάντοτε. Συμπαθάτε με που ήταν με πολλές λέξεις, μα αυτή τη φορά δεν είχε επιλογή.


Aργυρώ Λύτρα (facebook)