Πέμπτη 15 Μαρτίου 2018

Χρήστος Ξανθάκης: Τα Fm είναι για τα πανηγύρια

O Bασίλης Λούκας με αφορμή την κυκλοφορία του νέου βιβλίου του Χρήστου Ξανθάκη με ποιήματα που έχει τίτλο «Τζάζ», έκανε μια άκρως ενδιαφέρουσα κουβέντα (στο viewtag.gr) με τον δημοσιογράφο - συγγραφέα για όλους και για όλα

Με τον Χρήστο Ξανθάκη είμαστε φίλοι εδώ και χρόνια. Μας συνδέουν πολλά πέρα από τον κοινό παρονομαστή που λέγεται δεκαετία 80. Ο Χρήστος είναι Παναθηναϊκός και δεν φοβάται να το δηλώσει. Έχει άποψη.  Έχει το θάρρος της γνώμης του. Για πάρα πολλά χρόνια έγραψε ιστορία με την μοναδική στήλη του για τα ΜΜΕ στην Ελευθεροτυπία. Είναι ένα διαφορετικό πλάσμα. Θεωρώ ότι παραμένει ήμερος σε ένα άγριο και αφιλόξενο για cool τύπους τοπίο όπως είναι αυτό των σημερινών media..

Ο Χρήστος δεν φοράει παντελόνια γιατί κρυώνει. Έχει πένα που σφάζει. Είναι ενημερωμένος. Είναι υποψιασμένος. Γράφει βιβλία. Γράφει ποιήματα. Είναι ρομαντικός κι ας σε παραμυθιάζει εύκολα μερικές φορές στα κείμενα του παριστάνοντας ότι είναι ένας σκληρός τύπος. Ένα φεγγάρι περάσαμε και από το ίδιο μαγαζί τον τηλεοπτικό Seven. Έχει κάνει πολλά. Μερικά χρόνια πριν είχα την χαρά να μου παρουσιάσει παλαιότερα το βιβλίο μου «Η Χρυσή Πλατίνα» στην πρώτη επίσημη παρουσίαση του στον Ιανό. Έχει δημοσιεύσει επίσης πολύ καλά λόγια αναφερόμενος στο βιβλίο μου Eightίλα. Γενικότερα οφείλω να ομολογήσω ότι δεν μπορώ να είμαι αντικειμενικός μιλώντας για το άτομο του αλλά σίγουρα μπορώ να υπερτονίσω ότι είναι από τα πολύ λίγα πρόσωπα στο χώρο που εκτιμώ πραγματικά που με ενδιαφέρει το κείμενο τους και που πολύ άνετα μπορώ να βάλω μπροστά από το όνομα τους τη λέξη Κύριος.
Χωρίς πολλά πολλά σκέφτηκα με αφορμή την κυκλοφορία του νέου βιβλίου με ποιήματα του που έχει τίτλο «Τζάζ» να κάνουμε μια κουβέντα για όλα. Απολαύστε τον.

- Πότε πρωτομίλησες στο ραδιόφωνο;
Πρωτομίλησα τον Φεβρουάριο του 1987, στο Star Radio. Είχε βγάλει ένα προσκλητήριο για ραδιοφωνικούς παραγωγούς, το άκουσε ο φίλος μου ο Γιάννης Παναγιωτάκης που ήταν εξίσου παλαβός μουσικόφιλος με μένα (και με επίσης μηδενική προηγούμενη ραδιοφωνική εμπειρία…), μου λέει «έλα πάμε». Του λέω «ρε συ, ιδέα δεν έχουμε», μου απαντάει: «Άσε τις ντροπές και μην είσαι μαλάκας. Κι άμα δεν ξέρουμε θα μάθουμε.»
Και φυσικά είχε δίκιο!
 

- Ποιες θεωρείς τις πιο σημαντικές στιγμές της καριέρας σου.
Παιδιά μη λέμε παπάρες. Η λέξη «καριέρα» στην Ελλάδα και στη δημοσιογραφία είναι ένα μεγάλο αστείο. Το πιο σημαντικό πράγμα στην καριέρα μου ήταν ότι δούλεψα στην «Ελευθεροτυπία» που ήταν το καλύτερο μαγαζί από καταβολής κόσμου. Ως εκ τούτου οι συνθήκες ήταν σχεδόν ιδανικές και η λογοκρισία από ελάχιστη ως ανύπαρκτη. Από εκεί και πέρα μη βαυκαλιζόμαστε με «καριέρες» και λοιπές χαζομάρες. Το μόνο που κρατάω είναι ότι είχα την τύχη να κάνω συνέντευξη με τον David Bowie. Και μάλιστα δύο φορές! Τη μία φορά με ξεπέταξε σαν ποτηρόπανο. Την άλλη φορά όμως είχε κέφια και ήταν σαν να είδα το Θεό τον ίδιο μπροστά μου.

- Πάμε στη μεγαλύτερη χαρά και στη μεγαλύτερη απογοήτευση σου.
Μεγαλύτερη χαρά είναι ότι κατάφερα να δουλέψω 31 χρόνια στην ελληνική δημοσιογραφία δίχως να φιλήσω ούτε μια κατουρημένη ποδιά. Μεγαλύτερη απογοήτευση είναι ότι έκλεισε το σπίτι μου, η «Ελευθεροτυπία». Δεν ξεπερνιέται αυτό.

- Αγαπημένη δεκαετία 80. Σου λείπει κάτι από τότε;
Όλα μου λείπουνε. Ακόμη κι ο καριόλης ο Ρήγκαν και η άθλια η Θάτσερ. Γιατί είχαμε κάποιους να πολεμήσουμε και είχαμε και την αμυδρή ελπίδα ότι μπορεί το βάθος του ουρανού να περιλαμβάνει και λίγο κόκκινο. Τώρα λοιπόν που νίκησε ο καπιταλισμός και έγινε και τούρμπο, το βάθος του ουρανού είναι μόνο μαύρο, κατάμαυρο. Και κάτι ακόμη: Η δεκαετία του ογδόντα ήταν η τελευταία δεκαετία που βγήκε μπόλικη και εξαιρετική μουσική. Έκτοτε μόνο σποραδικές εκλάμψεις και μεταμοντέρνα μαλακία για τις μάζες. Και μη μου αρχίσει κανείς για το RnB, γιατί ο καλύτερος απ’ αυτούς δεν φτάνει ούτε στο δαχτυλάκι του Prince.

- Ποια θεωρείς κορυφαία άλμπουμ Ελλήνων και ξένων ονομάτων και μίλησε μου για ποιά και πότε τα έπαιξες για πρώτη φορά.
Δεν φτάνει όλο το ίντερνετ για να παραθέσω τα αγαπημένα μου. Από Dylan ως Σαββόπουλο κι από Roedelius ως Mingus, βράδυ θα μας πάρει. Άσε που εκείνη που κοιμάται πλάι μου προσπαθεί να με μπάσει στο σύμπαν της όπερας και έχω φορτωθεί κι από εκεί σκοτούρες. Αλλά να σου πω κάτι; Λυπάμαι τα παιδιά τα σημερινά που δεν μπορούν να πάθουν τη ζούρλα που πάθαμε εμείς όταν ξετυλίγαμε το πλαστικό και ακούγαμε για πρώτη φορά τα «Δέκα Χρόνια Κομμάτια», το «Blonde on Blonde», το «London Calling», το «Low». Να σε πιάνει η καρδιά και να κοντεύεις να μείνεις στον τόπο από τη συγκίνηση. Δέκα φορές σερί όλο το δίσκο, να λιώσει το γαμημένο το βινύλιο!

- Τρείς λέξεις τώρα. cd, βινύλια, συλλογές. Πόσο κολλημένος είσαι.
Παλιά ήμουν κολλημένος πολύ. Μεγαλώνοντας κι επειδή κοντεύαμε να μην χωράνε ούτε οι γάτοι στο σπίτι, χάρισα πολλά δισκάκια δεξιά κι αριστερά. Κράτησα τα αγαπημένα μου και μπορώ να σου πω ότι τα υπόλοιπα δεν μου λείπουν. Καλύτερα να επικεντρώνεις παρά να απλώνεσαι νομίζω. Αφού, βεβαίως, πρώτα έχεις κάνει την καύλα σου, για να σου φύγει και το απωθημένο.

- Μπάλα και Παναθηναϊκός… τα δικά σου σχόλια…
Ο Παναθηναϊκός είναι η ομάδα μου, την αγαπώ και πλήρωσα και τρία χρόνια διαρκείας σαν μαλάκας ενώ μπορούσα να πηγαίνω τζάμπα στα δημοσιογραφικά. Για να την στηρίξω. Και φυσικά την πάτησα, όπως την πατάμε πάντοτε εμείς οι οπαδοί από τους προέδρους και τους παράγοντες. Ας πρόσεχα και ας με προστάτευε η μαρξιστική μου παιδεία για την οποία τόσο υπερήφανος είμαι.

- Ραδιόφωνο σήμερα…
Ποιο ραδιόφωνο σήμερα; Αυτό που ένα στα δέκα τραγούδια είναι των Scorpions; Λυπούμαι πολύ, αλλά ξαναγυρίσαμε στην εποχή πριν την «ελεύθερη ραδιοφωνία» και το 1987. Μόνο το ιντερνετικό ραδιόφωνο κρατάει ψηλά τη σημαία, όσο μπορεί κι αυτό χωρίς αμοιβές και χωρίς τεχνολογική υποστήριξη. Τα FM είναι για τα πανηγύρια, για να μην πω για τα σκατά.

- Πολιτική σήμερα.
Όπως λέει και ο φίλος μου ο Πάνος: «Έχουμε την καλύτερη κεντροδεξιά κυβέρνηση των τελευταίων σαράντα χρόνων». Με ορισμένες αριστερές πινελιές τύπου Σκουρλέτης, Φίλης, Βούτσης, Κοντονής. Από εκεί και πέρα η παραδοσιακή κεντροαριστερά είναι για να την μαζεύεις από τον υπόνομο και η «φιλελεύθερη» δεξιά, μόνο φιλελεύθερη δεν είναι. Βλέπε το σύμφωνο συμβίωσης, την ταυτότητα φύλου, την φαρμακευτική κάνναβη και το διαρκές φλερτ με την ακροδεξιά. Γκρινιάζω και μουρμουράω κάθε μέρα με τη σημερινή κυβέρνηση, αλλά άμα βλέπω Άδωνι, Κικίλια, Δαβάκη…

- Τι θα άλλαζες απο τον Χρήστο;
Θα ήθελα να είμαι δυο μέτρα, με άλμα γαμάτο, για να καρφώνω ανάποδα στη μπασκέτα. Κι ας μην ήξερα να γράψω ούτε το όνομά μου!

- Πάμε μια βόλτα στα βιβλία σου.
Τα βιβλία τα γράφω γιατί δεν μπορώ να κάνω αλλιώς. Πώς γεννάνε οι γυναίκες και σπάνε τα νερά και πρέπει να βγει το παιδί; Κάπως έτσι συμβαίνει και με μένα. Άμα δεν τα γράψω αυτά που γράφω, θα αρρωστήσω. Τώρα αν είναι καλά ή είναι για τα λάχανα, δεν θα το πω εγώ. Ας το πουν κάποιοι άλλοι και κάποιες άλλες.

Βασίλης Λούκας / viewtag.gr

ΤΖΑΖ – Info
Ο τίτλος λέει πολλά. Γιατί στο τέταρτο κατά σειρά ποιητικό βιβλίο του, ο Χρήστος Ξανθάκης αφήνεται στον έρωτα του αυτοσχεδιασμού και παρασύρεται από το αίσθημα της ελευθερίας. Λιγότερο ροκ εν ρολ, περισσότερη τζαζ, λιγότερη συγκέντρωση, περισσότερη φυγή, λιγότερη επιμονή, περισσότερη χαλαρότητα.
Είκοσι ποιήματα που μιλούν για το ναύτη Ιησού, το δισκοπώλη Τζο Στράμερ, τις γάτες (φυσικά τις γάτες!), τα μαύρα μάτια, τον πόνο, τα μυτερά παπούτσια και το θάνατο ενός αγαπημένου φίλου.
Ένα βιβλίο που μοιάζει με μακρόσυρτο σόλο σε ένα μπαρ γεμάτο καπνούς, θορύβους και αναθυμιάσεις αλκοόλ. Περνάει ο ήχος της τρομπέτας πάνω απ’ τους θαμώνες και τους καλεί να σηκωθούν απ’ τις καρέκλες τους και ν’ ακούσουν τους στίχους. Τις λέξεις του αυτοσχεδιασμού, που αναζητούν κρυφά και φανερά μηνύματα, σε έναν κόσμο που διαρκώς καταρρέει και διαρκώς ισορροπεί. Σαν ένα ποίημα που καταβροχθίζει τον εαυτό του, αφήνοντας πίσω του φωνήεντα και σύμφωνα ατάκτως ερριμμένα.
Η «Τζαζ» (εκδόσεις Ιωλκός, 2018) του Χρήστου Ξανθάκη είναι αυτό το ποίημα, είναι αυτός ο αυτοσχεδιασμός, είναι αυτό το γέλιο και αυτός ο λυγμός.